Πέντε χρόνια μετά τον χαμό του μεγάλου των Motorhead, Lemmy Kilmister, o αρχαιότερος κιθαρίστας της μπάντας, Phil Campbell δεν έκλειψε, αναζητώντας συνεχώς δρόμους και πειραματισμούς στην καριέρα του. Ένα χρόνο από τη σόλο δουλειά του, και δύο από το ντεμπούτο των Bastard Sons, επιστρέφει με τη συνέχεια των δεύτερων, βαριά και ανελέητα. Το οικογενειακό όνομα των "μπάσταρδων" δηλώνεται περήφανα με το ολόφρεσκο "We're The Bastards" σφραγίζοντας με το μεσαίο δάχτυλο την όρεξη για καλό rock n roll.
Με μια ελαφρώς Motorhead-ίστικη εισαγωγή αλλά άκρως δυναμικό, το εναρκτήριο ομώνυμο, συστήνει το άλμπουμ για την αγάπη της μπάντας στη μουσική με μια ευγενή, αλήτικη μπασταρδοσύνη. Το "Son Of A Gun" δίχως να παρεκκλίνει από αυτό το ύφος θυμίζει λίγο τις εποχές του Phil στο "The World Is Yours" και "Bad Magic", με την πιτσιρικαρία που τον πλαισιώνει να δείχνει πόσο βράζει το αίμα της με όμορφες riff-ολογίες κι αρκετά κολλητικά σολαρίσματα να στολίζουν άψογα τις κλασικές στιγμές του.
Με λίγο πιο φρέσκο το heavy rock στοιχείο και με radio friendly αισθητική, θα ακολουθήσει το "Promises Are Poison" ενώ σε πιο απαλές blues κατευθύνσεις θα εμφανιστεί μυστηριωδώς το "Born To Roam" που θα το σιγοντάρει αργότερα και το "Desert Song". Πιο macho και χωρίς πολλές φιοριτούρες θα έρθει το "Animals" σε αντίθεση με το "Bite my Tongue" που θα κάνει τις μπλουζιές λίγο πιο έντονες και αισθησιακές.
Με την παρέα των Campbell να δείχνουν τόσο τις νέες τους ορέξεις σε συνδυασμό με τις επιρροές τους, όπως ήδη έχει φανεί, δεν κωλώνουν και συνεχίζουν, με το "Keep Your Jacket On" μάλιστα να αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της συνθετικής ικανότητας του γερόλυκου κιθαρίστα σε πλήρη αντίθεση με το γκρουβάτο και μοντέρνο "Lie To Me". Aπό την άλλη ξεφεύγοντας από το στυλ των Motorhead που προφανώς θα έχει την τιμητική του μεταξύ άλλων, κυρίως προς το τέλος με τα "Hate Me" και "Destroyed" συναντάμε την αλά ZZ Top αισθητική του "Riding Straight To Hell" φτάνοντας έτσι μέσω παρακάμψεων στον επίλογο με το εξάλεπτο "Waves" με τις Αμερικανοπρεπείς στιγμές του και τον συνδυασμό συναισθηματισμών σε ένα πλήρες αρτίστικο κλίμα.
Η ενέργεια που δείχνει αυτός ο δίσκος, δηλώνει ξεκάθαρα ότι ο σπουδαίος Ουαλός κιθαρίστας βρήκε ξανά την όρεξη και τη νιότη του μετά τον χαμό του φίλου και χρόνια συνεργάτη του, Lemmy Kilmister. Σίγουρα σε αυτό βοήθησαν τόσο οι γιοι του όσο και η όρεξη που βγάζει η ταιριαστή χροιά του Neil Starr. Όλα αυτά είναι κρίμα που δεν μπορούν να αποδοθούν ζωντανά λόγω της πανδημίας, αλλά σίγουρα η κατάσταση της μπάντας πλέον δείχνει πως ήρθε για να μείνει κι όχι απλά για να γεμίσει με ένα ακόμα άλμπουμ τα δισκάδικα. Το project που συνεχίζει ακάθεκτα, ανέβασε τον πήχη ήδη μετά από το καλό "The Age Of bsurdity" με τη νέα ταυτότητα να χτίζεται κι εμάς να ζηλεύουμε που δεν έχουμε τόσο cool οικογένειες.
(8,5/10)
Γιάννης Χαρτζανιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου