Οι Ved Buens Ende, με την ιδιαίτερη και ξεχωριστή μουσική τους, κατάφεραν στα μέσα των 90s να σπάσουν τα κλασικά Νορβηγικά black metal στερεότυπα. Έχοντας επιστρέψει δυναμικά, 25 χρόνια μετά την κυκλοφορία του εμβληματικού ντεμπούτου τους, ετοιμάζονται για πρώτη φορά να επισκεφθούν τη χώρα μας. Για την επικείμενη εμφάνιση του εν λόγω γκρουπ στις 6 και 7 Μαρτίου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, καθώς και για ένα ταξιδάκι στα παλιά, ο κιθαρίστας και μεταξύ άλλων ιθύνων νους των Dødheimsgard, Vicotnik, μίλησε στο Metal View.
-Πώς προέκυψε αυτή η επανένωση των Ved Buens Ende;
Βασικά ήταν κάτι πολύ απλό. Έχουμε πολλούς φίλους από την εποχή που ξεκινούσαμε τη μπάντα, και εντός και εκτός της μουσικής σκηνής. Μία από αυτούς, για τα τεσσαρακοστά της γενέθλια μας πρότεινε αν θέλουμε να μαζευτούμε να παίξουμε για εκείνη και τους καλεσμένους της λίγα κομμάτια. Προφανώς δεν υπήρχε πρόβλημα να το κάνουμε, ίσα ίσα πήγε πολύ καλά, το ευχαριστηθήκαμε και οι ίδιοι, κι έπειτα από αυτό το πάρτυ ξεκινήσαμε να συζητάμε για μια κανονική επανένωση, κι όπως βλέπεις είμαστε εδώ!
-Έχετε ήδη ξεκινήσει να κάνετε μερικά live και να συμμετέχετε σε φεστιβάλ. Ποια η ανταπόκριση του κόσμου σε αυτό;
Πολύ καλά, τέλεια θα έλεγα. Μάλιστα πολλοί fans αρχικά περίμεναν να μας έβλεπαν παλιά αλλά τελικά φαινόταν σαν κάτι που δε θα συνέβαινε και δεν το περίμενε κανείς. Χαίρομαι που εκτός από παλιούς φίλους της μπάντας βλέπουμε και νεότερα άτομα, και αυτό από μόνο του δείχνει πως βλέπει την επιστροφή μας ο κόσμος. Ανυπομονούμε να συνεχίσουμε να παίζουμε γιατί μας γεμίζει.
-Υπάρχουν πλάνα για μια νέα δουλειά με τους Ved Buens Ende;
Ναι, και ξέρουμε πως είναι κάτι που θα ήθελε ο κόσμος. Δεν ξέρουμε αν θα είναι απλώς μερικά κομμάτια ή μια ολόκληρη κυκλοφορία, αλλά θα είχε πλάκα να κάνουμε κάτι με μερικές ιδέες που έχουμε, μέσα στο πνεύμα των Ved Buens Ende. Είναι κάτι που αν το κάνουμε θέλουμε να είναι απόλυτα στην ταυτότητα της μπάντας, αυτό είναι το κριτήριο μας. Από εκεί και πέρα αναμφίβολα είμαστε ανοιχτοί σε αυτό.
-Γενικά έχετε ιδέες νέες ή από το παρελθόν για κάτι τέτοιο;
Έχουμε λίγα κομμάτια που είχαν γραφτεί πριν 25 χρόνια, και θα ήταν πολύ ωραίο να φτιάχναμε κομμάτια της εποχής εκείνης στο τώρα. Φυσικά θέλουμε να μπούμε στη διαδικασία για να γράψουμε και νέα μουσική, να μη μείνουμε μόνο στο παρελθόν. Απλώς τώρα γράφουμε μουσική, ο καθένας και για τις άλλες του μπάντες, οπότε αυτή η διαδικασία έχει μπει στον πάγο, αλλά από τη στιγμή που ξαναήρθαμε θα το κάνουμε και αυτό.
-Ήσασταν πρωτοπόροι σε αυτό το extreme avant garde στοιχείο και η μουσική σας πολύ ξεχωριστή. Ήταν δύσκολο να την προβάλλετε σε μια τόσο συγκεκριμένη σκηνή όπως αυτή του Νορβηγικού black metal;
Καταρχάς, στο πρώτο σκέλος της ερώτησης, τότε δε νιώσαμε καθόλου μοναδικοί ή πρωτοποριακοί με τον ήχο μας, απλώς θέλαμε να γράψουμε μουσική. Μετά είδαμε τι συνέβη, και αυτό ήταν που μας άρεσε, ότι απλώς μπαίναμε να γράψουμε τα δικά μας τραγούδια, χωρίς να πολυαναλύουμε τι είναι αυτό που θα βγάλουμε. Στα μετέπειτα χρόνια είδαμε τα είδη και τις ταμπέλες. Όταν ακούγαμε το αποτέλεσμα και οι ίδιοι δεν το περιμέναμε, μας φαινόταν κι εμάς ενδιαφέρουσα η κατάληξη της μουσικής. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος, ναι ήταν δύσκολη η αποδοχή γιατί δε μπορούσαν πολλοί να καταλάβουν αυτό που παίζαμε και πόσο φρέσκο φαινόταν σε σχέση με το παραδοσιακό black metal. Πολλοί δεν ήξεραν καν αν τους αρέσει ή όχι αυτό από εμάς, παρόλα αυτά είχαμε αρκετούς fans και άτομα που γούσταραν αυτό που κάναμε, σε πολλά μέρη, όπως και στην Ελλάδα.
-Πώς βλέπεις σήμερα τη black metal σκηνή σε σχέση με το παρελθόν;
Είναι πολύ διαφορετική. Στις μέρες μας είναι μία μουσική σκηνή πολύ ενεργή. Όταν το ξεκινούσαμε εμείς εκείνη την εποχή, δεν υπήρχε οργανωμένη σκηνή, ήταν κάτι πολύ καινούριο. Δύσκολα έβρισκες συμβόλαια με δισκογραφικές, δεν υπήρχαν πολλά μέρη να παίξεις, δεν υπήρχαν φεστιβάλ, είχες μόνο μια μερίδα ανθρώπων που αντάλλαζαν γράμματα και κασέτες. Αυτό ξεκίνησε και έφτιαξε το black metal, τότε μόνο το στυλ και το πάθος μας υπήρχε. Τώρα μπορεί να έχεις αυτό το πάθος, αλλά με τη μπάντα σου μπορείς να παίζεις και να πληρώνεσαι για αυτό. Αν το καλοσκεφτείς, εκείνη την εποχή οι περισσότεροι ήταν και στη φυλακή για εγκλήματα, σε σχέση με σήμερα που όλοι είναι αφοσιωμένοι στην τέχνη τους, κι αυτό είναι πολύ καλό.
-Βέβαια όλη η ιστορία πίσω από το παλιο black metal και τα σκάνδαλα, για εμένα έκαναν και τη σκηνή λίγο μεγαλύτερη...
Εννοείται, πούλησε πολύ αυτό από τη στιγμή που και ο Τύπος ασχολήθηκε με αυτά τα θέματα και τα πρόβαλλε. Αυτό το ενδιαφέρον έδωσε αναγνώριση στο όλο είδος μέχρι σήμερα! Επίσης ήταν τόσο πρώιμο όλο αυτό στα 90s όπως το rock στα 60s, ήταν λογικό να προβληθεί πολύ.
-Τι θυμάσαι περισσότερο από την περίοδο του "Written In Waters", 25 χρόνια πριν;
Θυμάμαι ότι ήταν η πρώτη φορά που έμπαινα σε επαγγελματικό studio να ηχογραφήσω, και ήμουν πολύ νευρικός και αγχωμένος. Ήταν η πρώτη στιγμή που θα "παίζαμε μπάλα", και με άλλους ανθρώπους εκτός της μπάντας για τη δημιουργία του δίσκου, και ήταν όλοι επαγγελματίες. Ήταν κάτι τελείως διαφορετικό από όταν ηχογραφούσαμε απλά κασέτες και τις μοιράζαμε. Ήταν κάπως δύσκολη η μετάβαση των ιδεών και του πάθους να ηχογραφηθούν, αλλά έμαθα πολλά από όλη αυτή τη διαδικασία που μου χρησίμευσαν στην πορεία. Επίσης επειδή ήταν κάτι πρωτότυπο όλο αυτό, ήταν δύσκολο να συνεννοηθούμε ειδικά δε που ήμασταν άπειροι. Οι περισσότεροι ακούγοντας για metal, πήγαινε το μυαλό τους στους Metallica ή τους Pantera ενώ εμείς θέλαμε κάτι τελείως διαφορετικό μουσικά και ηχητικά.
-Θεωρείς πως η συνέχεια των Dødheimsgard έχει επιρροές από τη μουσική των Ved Buens Ende;
Επειδή έγραφα μουσική στους Ved Buens Ende, αλλά γράφω και στους Dødheimsgard, σίγουρα θα έχω επιρροές. Βγαίνει φυσικά, η μουσική και οι ιδέες πηγάζουν από το ίδιο μέρος, οπότε είναι λογικό για εμένα κάτι τέτοιο. Όπως και o Carl-Michael ακόμα περισσότερο με τους Virus, έχει κοινά στοιχεία. Θεωρώ πως είναι απολύτως φυσικό κάτι τέτοιο στην τέχνη μας.
-Επίσης έχεις και ένα νέο project, τους Dold Vorde Ens Navn. Πώς προέκυψε αυτό;
Ήρθε σαν μια παρέα ατόμων η όλη ιδέα, με εμένα τον Haavard που έπαιζε παλιά στους Ulver και τον Kai που ήταν μπασίστας μας στους DHG. Αρχίσαμε να τζαμάρουμε και από την αρχή ξεκίνησαν να μας βγαίνουν πράγματα στο μυαλό. Μετά από λίγες εβδομάδες είχαμε μερικά κομμάτια έτοιμα, αλλά τίποτα δεν ήταν στα σοβαρά μέχρι τότε. Μετά αφού είδαμε ότι πάει καλά σαν ιδέα ασχοληθήκαμε και με τους στίχους και σιγά σιγά όλα πήραν τη σειρά τους. Ήταν πολύ ωραία σαν διαδικασία γιατί μου θύμισε τις παλιές μέρες, και άλλωστε γνωριζόμαστε μεταξύ μας σχεδόν τριάντα χρόνια.
-Τι να περιμένουμε από το άλμπουμ των Dold Vorde Ens Navn;
Δε θέλω να λέω πολλά ούτως ώστε ο κόσμος που θα ακούσει τα κομμάτια να μην επηρεαστεί από τα λεγόμενά μου, αλλά θα είναι πιο ποικίλο σε σχέση με το ΕΡ, με αρκετά στοιχεία, μερικές ακουστικές κιθάρες, αλλά με την ίδια απλότητα και αμεσότητα που είχαμε και στην αρχή, ενώ τα φωνητικά θέλω να ακούγονται ενδιαφέροντα και φρέσκα.
-Μπορεί στην Ελλάδα με τους Ved Buens Ende να έρχεστε πρώτη φορά, αλλά προσωπικά έχεις ξαναέρθει. Τι θυμάσαι περισσότερο από τις επισκέψεις σου εδώ;
Η Ελλάδα είναι αγαπημένος προορισμός και έχει σημαντική θέση στην καρδιά μου. Νομίζω πως η μουσική μου στην Ελλάδα έχει τον περισσότερο αντίκτυπο από κάθε άλλη χώρα, ακόμα και από τη Νορβηγία. Ο κόσμος και η φιλοξενία είναι κάτι που θαυμάζω από την Ελλάδα, και δεν το συναντάς εύκολα έξω. Μου αρέσει πολύ το φαγητό, οι επισκέψεις σε διάφορα ωραία μέρη και αξιοθέατα, ενώ πάντα πιάνω και ωραίες συζητήσεις. Μια τρελή εμπειρία που έχω από την Ελλάδα είναι όταν γύριζα ένα video clip στην Αθήνα, σε μια σπηλιά και κατά τη διάρκεια του γυρίσματος έβαλα χώμα στο στόμα μου, και ο σκηνοθέτης με σταμάτησε και μου λέει ότι έχει ακαθαρσίες τριγύρω. Δεν έδωσα σημασία αρχικά, αλλά τελικά αποδείχθηκε πως είχε δίκιο γιατί την επόμενη μέρα που με τους DHG παίζαμε στη Θεσσαλονίκη πήγαμε στο νοσοκομείο γιατί είχα πάθει δηλητηρίαση, αν και ο γιατρός όταν του είπα την ιστορία ήταν αρκετά ψύχραιμος, χαχα. Παρόλα αυτά ξεμπέρδεψα γρήγορα και παίξαμε το show μας!
-Τι να περιμένουμε από τις εμφανίσεις σας στην Ελλάδα με τους Ved Buens Ende;
Δε θέλω να πω πολλά για να είναι σαν έκπληξη, αλλά θα τα δώσουμε όλα, λογικά θα παίξουμε σχεδόν όλα τα κομμάτια του δίσκου, εκ των οποίων πολλά δεν τα έχουμε παίξει ποτέ ζωντανά, και θα παίξουμε όσο περισσότερο μπορούμε. Βέβαια ανυπομονώ περισσότερο, όταν θα κατέβω από τη σκηνή να μιλήσω με τον κόσμο γιατί ξέρω ότι πολλοί μας περίμεναν εδώ και 25 χρόνια, πράγμα το οποίο το θεωρώ πολύ όμορφο. Ανυπομονώ για δύο τέλεια shows.
-Ευχαριστώ για αυτή τη συνέντευξη, ο επίλογος είναι δικός σου..
Ευχαριστώ για τη συνέντευξη και ανυπομονώ να επιστρέψω, τα λέμε σύντομα!
Γιάννης Χαρτζανιώτης
-Πώς προέκυψε αυτή η επανένωση των Ved Buens Ende;
Βασικά ήταν κάτι πολύ απλό. Έχουμε πολλούς φίλους από την εποχή που ξεκινούσαμε τη μπάντα, και εντός και εκτός της μουσικής σκηνής. Μία από αυτούς, για τα τεσσαρακοστά της γενέθλια μας πρότεινε αν θέλουμε να μαζευτούμε να παίξουμε για εκείνη και τους καλεσμένους της λίγα κομμάτια. Προφανώς δεν υπήρχε πρόβλημα να το κάνουμε, ίσα ίσα πήγε πολύ καλά, το ευχαριστηθήκαμε και οι ίδιοι, κι έπειτα από αυτό το πάρτυ ξεκινήσαμε να συζητάμε για μια κανονική επανένωση, κι όπως βλέπεις είμαστε εδώ!
-Έχετε ήδη ξεκινήσει να κάνετε μερικά live και να συμμετέχετε σε φεστιβάλ. Ποια η ανταπόκριση του κόσμου σε αυτό;
Πολύ καλά, τέλεια θα έλεγα. Μάλιστα πολλοί fans αρχικά περίμεναν να μας έβλεπαν παλιά αλλά τελικά φαινόταν σαν κάτι που δε θα συνέβαινε και δεν το περίμενε κανείς. Χαίρομαι που εκτός από παλιούς φίλους της μπάντας βλέπουμε και νεότερα άτομα, και αυτό από μόνο του δείχνει πως βλέπει την επιστροφή μας ο κόσμος. Ανυπομονούμε να συνεχίσουμε να παίζουμε γιατί μας γεμίζει.
-Υπάρχουν πλάνα για μια νέα δουλειά με τους Ved Buens Ende;
Ναι, και ξέρουμε πως είναι κάτι που θα ήθελε ο κόσμος. Δεν ξέρουμε αν θα είναι απλώς μερικά κομμάτια ή μια ολόκληρη κυκλοφορία, αλλά θα είχε πλάκα να κάνουμε κάτι με μερικές ιδέες που έχουμε, μέσα στο πνεύμα των Ved Buens Ende. Είναι κάτι που αν το κάνουμε θέλουμε να είναι απόλυτα στην ταυτότητα της μπάντας, αυτό είναι το κριτήριο μας. Από εκεί και πέρα αναμφίβολα είμαστε ανοιχτοί σε αυτό.
-Γενικά έχετε ιδέες νέες ή από το παρελθόν για κάτι τέτοιο;
Έχουμε λίγα κομμάτια που είχαν γραφτεί πριν 25 χρόνια, και θα ήταν πολύ ωραίο να φτιάχναμε κομμάτια της εποχής εκείνης στο τώρα. Φυσικά θέλουμε να μπούμε στη διαδικασία για να γράψουμε και νέα μουσική, να μη μείνουμε μόνο στο παρελθόν. Απλώς τώρα γράφουμε μουσική, ο καθένας και για τις άλλες του μπάντες, οπότε αυτή η διαδικασία έχει μπει στον πάγο, αλλά από τη στιγμή που ξαναήρθαμε θα το κάνουμε και αυτό.
-Ήσασταν πρωτοπόροι σε αυτό το extreme avant garde στοιχείο και η μουσική σας πολύ ξεχωριστή. Ήταν δύσκολο να την προβάλλετε σε μια τόσο συγκεκριμένη σκηνή όπως αυτή του Νορβηγικού black metal;
Καταρχάς, στο πρώτο σκέλος της ερώτησης, τότε δε νιώσαμε καθόλου μοναδικοί ή πρωτοποριακοί με τον ήχο μας, απλώς θέλαμε να γράψουμε μουσική. Μετά είδαμε τι συνέβη, και αυτό ήταν που μας άρεσε, ότι απλώς μπαίναμε να γράψουμε τα δικά μας τραγούδια, χωρίς να πολυαναλύουμε τι είναι αυτό που θα βγάλουμε. Στα μετέπειτα χρόνια είδαμε τα είδη και τις ταμπέλες. Όταν ακούγαμε το αποτέλεσμα και οι ίδιοι δεν το περιμέναμε, μας φαινόταν κι εμάς ενδιαφέρουσα η κατάληξη της μουσικής. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος, ναι ήταν δύσκολη η αποδοχή γιατί δε μπορούσαν πολλοί να καταλάβουν αυτό που παίζαμε και πόσο φρέσκο φαινόταν σε σχέση με το παραδοσιακό black metal. Πολλοί δεν ήξεραν καν αν τους αρέσει ή όχι αυτό από εμάς, παρόλα αυτά είχαμε αρκετούς fans και άτομα που γούσταραν αυτό που κάναμε, σε πολλά μέρη, όπως και στην Ελλάδα.
-Πώς βλέπεις σήμερα τη black metal σκηνή σε σχέση με το παρελθόν;
Είναι πολύ διαφορετική. Στις μέρες μας είναι μία μουσική σκηνή πολύ ενεργή. Όταν το ξεκινούσαμε εμείς εκείνη την εποχή, δεν υπήρχε οργανωμένη σκηνή, ήταν κάτι πολύ καινούριο. Δύσκολα έβρισκες συμβόλαια με δισκογραφικές, δεν υπήρχαν πολλά μέρη να παίξεις, δεν υπήρχαν φεστιβάλ, είχες μόνο μια μερίδα ανθρώπων που αντάλλαζαν γράμματα και κασέτες. Αυτό ξεκίνησε και έφτιαξε το black metal, τότε μόνο το στυλ και το πάθος μας υπήρχε. Τώρα μπορεί να έχεις αυτό το πάθος, αλλά με τη μπάντα σου μπορείς να παίζεις και να πληρώνεσαι για αυτό. Αν το καλοσκεφτείς, εκείνη την εποχή οι περισσότεροι ήταν και στη φυλακή για εγκλήματα, σε σχέση με σήμερα που όλοι είναι αφοσιωμένοι στην τέχνη τους, κι αυτό είναι πολύ καλό.
-Βέβαια όλη η ιστορία πίσω από το παλιο black metal και τα σκάνδαλα, για εμένα έκαναν και τη σκηνή λίγο μεγαλύτερη...
Εννοείται, πούλησε πολύ αυτό από τη στιγμή που και ο Τύπος ασχολήθηκε με αυτά τα θέματα και τα πρόβαλλε. Αυτό το ενδιαφέρον έδωσε αναγνώριση στο όλο είδος μέχρι σήμερα! Επίσης ήταν τόσο πρώιμο όλο αυτό στα 90s όπως το rock στα 60s, ήταν λογικό να προβληθεί πολύ.
-Τι θυμάσαι περισσότερο από την περίοδο του "Written In Waters", 25 χρόνια πριν;
Θυμάμαι ότι ήταν η πρώτη φορά που έμπαινα σε επαγγελματικό studio να ηχογραφήσω, και ήμουν πολύ νευρικός και αγχωμένος. Ήταν η πρώτη στιγμή που θα "παίζαμε μπάλα", και με άλλους ανθρώπους εκτός της μπάντας για τη δημιουργία του δίσκου, και ήταν όλοι επαγγελματίες. Ήταν κάτι τελείως διαφορετικό από όταν ηχογραφούσαμε απλά κασέτες και τις μοιράζαμε. Ήταν κάπως δύσκολη η μετάβαση των ιδεών και του πάθους να ηχογραφηθούν, αλλά έμαθα πολλά από όλη αυτή τη διαδικασία που μου χρησίμευσαν στην πορεία. Επίσης επειδή ήταν κάτι πρωτότυπο όλο αυτό, ήταν δύσκολο να συνεννοηθούμε ειδικά δε που ήμασταν άπειροι. Οι περισσότεροι ακούγοντας για metal, πήγαινε το μυαλό τους στους Metallica ή τους Pantera ενώ εμείς θέλαμε κάτι τελείως διαφορετικό μουσικά και ηχητικά.
-Θεωρείς πως η συνέχεια των Dødheimsgard έχει επιρροές από τη μουσική των Ved Buens Ende;
Επειδή έγραφα μουσική στους Ved Buens Ende, αλλά γράφω και στους Dødheimsgard, σίγουρα θα έχω επιρροές. Βγαίνει φυσικά, η μουσική και οι ιδέες πηγάζουν από το ίδιο μέρος, οπότε είναι λογικό για εμένα κάτι τέτοιο. Όπως και o Carl-Michael ακόμα περισσότερο με τους Virus, έχει κοινά στοιχεία. Θεωρώ πως είναι απολύτως φυσικό κάτι τέτοιο στην τέχνη μας.
-Επίσης έχεις και ένα νέο project, τους Dold Vorde Ens Navn. Πώς προέκυψε αυτό;
Ήρθε σαν μια παρέα ατόμων η όλη ιδέα, με εμένα τον Haavard που έπαιζε παλιά στους Ulver και τον Kai που ήταν μπασίστας μας στους DHG. Αρχίσαμε να τζαμάρουμε και από την αρχή ξεκίνησαν να μας βγαίνουν πράγματα στο μυαλό. Μετά από λίγες εβδομάδες είχαμε μερικά κομμάτια έτοιμα, αλλά τίποτα δεν ήταν στα σοβαρά μέχρι τότε. Μετά αφού είδαμε ότι πάει καλά σαν ιδέα ασχοληθήκαμε και με τους στίχους και σιγά σιγά όλα πήραν τη σειρά τους. Ήταν πολύ ωραία σαν διαδικασία γιατί μου θύμισε τις παλιές μέρες, και άλλωστε γνωριζόμαστε μεταξύ μας σχεδόν τριάντα χρόνια.
-Τι να περιμένουμε από το άλμπουμ των Dold Vorde Ens Navn;
Δε θέλω να λέω πολλά ούτως ώστε ο κόσμος που θα ακούσει τα κομμάτια να μην επηρεαστεί από τα λεγόμενά μου, αλλά θα είναι πιο ποικίλο σε σχέση με το ΕΡ, με αρκετά στοιχεία, μερικές ακουστικές κιθάρες, αλλά με την ίδια απλότητα και αμεσότητα που είχαμε και στην αρχή, ενώ τα φωνητικά θέλω να ακούγονται ενδιαφέροντα και φρέσκα.
-Μπορεί στην Ελλάδα με τους Ved Buens Ende να έρχεστε πρώτη φορά, αλλά προσωπικά έχεις ξαναέρθει. Τι θυμάσαι περισσότερο από τις επισκέψεις σου εδώ;
Η Ελλάδα είναι αγαπημένος προορισμός και έχει σημαντική θέση στην καρδιά μου. Νομίζω πως η μουσική μου στην Ελλάδα έχει τον περισσότερο αντίκτυπο από κάθε άλλη χώρα, ακόμα και από τη Νορβηγία. Ο κόσμος και η φιλοξενία είναι κάτι που θαυμάζω από την Ελλάδα, και δεν το συναντάς εύκολα έξω. Μου αρέσει πολύ το φαγητό, οι επισκέψεις σε διάφορα ωραία μέρη και αξιοθέατα, ενώ πάντα πιάνω και ωραίες συζητήσεις. Μια τρελή εμπειρία που έχω από την Ελλάδα είναι όταν γύριζα ένα video clip στην Αθήνα, σε μια σπηλιά και κατά τη διάρκεια του γυρίσματος έβαλα χώμα στο στόμα μου, και ο σκηνοθέτης με σταμάτησε και μου λέει ότι έχει ακαθαρσίες τριγύρω. Δεν έδωσα σημασία αρχικά, αλλά τελικά αποδείχθηκε πως είχε δίκιο γιατί την επόμενη μέρα που με τους DHG παίζαμε στη Θεσσαλονίκη πήγαμε στο νοσοκομείο γιατί είχα πάθει δηλητηρίαση, αν και ο γιατρός όταν του είπα την ιστορία ήταν αρκετά ψύχραιμος, χαχα. Παρόλα αυτά ξεμπέρδεψα γρήγορα και παίξαμε το show μας!
-Τι να περιμένουμε από τις εμφανίσεις σας στην Ελλάδα με τους Ved Buens Ende;
Δε θέλω να πω πολλά για να είναι σαν έκπληξη, αλλά θα τα δώσουμε όλα, λογικά θα παίξουμε σχεδόν όλα τα κομμάτια του δίσκου, εκ των οποίων πολλά δεν τα έχουμε παίξει ποτέ ζωντανά, και θα παίξουμε όσο περισσότερο μπορούμε. Βέβαια ανυπομονώ περισσότερο, όταν θα κατέβω από τη σκηνή να μιλήσω με τον κόσμο γιατί ξέρω ότι πολλοί μας περίμεναν εδώ και 25 χρόνια, πράγμα το οποίο το θεωρώ πολύ όμορφο. Ανυπομονώ για δύο τέλεια shows.
-Ευχαριστώ για αυτή τη συνέντευξη, ο επίλογος είναι δικός σου..
Ευχαριστώ για τη συνέντευξη και ανυπομονώ να επιστρέψω, τα λέμε σύντομα!
Γιάννης Χαρτζανιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου