Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2025

Herta στο Metal View: Τα δύσκολα είναι αυτά που στο τέλος σε κρατούν ζωντανό

Οι Herta αποτελούν χαρακτηριστικό δείγμα για τη νέα γενιά του metal στη χώρα μας. Ο πήχης της σκηνής μας ανεβαίνει επικίνδυνα, και οι ίδιοι με ένα κράμα death, groove, djent και progressive ήχων, έβγαλαν το ντεμπούτο τους "Crossing The Illusion". Με αφορμή, τόσο το δισκογραφικό τους, βάπτισμα του πυρός, όσο και την επερχόμενη εμφάνιση τους στην Αθήνα, στις 21 Δεκεμβρίου, στο Κύτταρο, το Metal View, σε ένα χαλαρό, παρεϊστικό κλίμα, με τον Αρσένιο και τον Κωνσταντίνο, ντράμερ και τραγουδιστή της μπάντας αντίστοιχα, μίλησε, έχοντας στο background τους ήχους των Messuggah, που μεταξύ άλλων φαίνονται και σαν επιρροή.

-Αρχικά ποια η ανταπόκριση από το κοινό και τον Τύπο στο "Crossing The Illusion";

Κ: Κάναμε πολλές συνεντεύξεις μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ στις 2 Μαΐου. Μέσω της Lifeforce, με την οποία έχουμε υπογράψει, μιλήσαμε με μεγάλα περιοδικά όπως το Metal Hammer στη Γερμανία, το Legacy και πολλά άλλα γενικότερα, αλλά λάβαμε και πάρα πολύ θετικές κριτικές, πάνω από 7 ή 8 στα 10. Αυτό είναι φοβερό για πρώτο άλμπουμ. Εγώ ενθουσιάστηκα πολύ με την πολυπλοκότητα του άλμπουμ, αλλά ταυτόχρονα και με το γεγονός ότι τα τραγούδια έχουν νόημα και μπορούν να ακουστούν και από απλούς ακροατές. Δεν χρειάζεται να είσαι υπερβολικά «ψαγμένος» για να τα ακούσεις. Από το κοινό, μέχρι στιγμής έχουμε τη μεγαλύτερη αποδοχή από το ελληνικό κοινό, επειδή είμαστε από εδώ. Φυσικά, έχουμε ακόμα και παραγγελίες από την Ιαπωνία μέσω της ιστοσελίδας μας για το άλμπουμ, όπως επίσης και  μέσω της Lifeforce και στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, υπάρχει κοινό που μας ακούει μέσω Spotify. Έχουμε στείλει αρκετά CDκαι βινύλια προς τα εκεί. Όσον αφορά το live κομμάτι, επειδή έχουμε παίξει μέχρι τώρα στα Βαλκάνια και στην Ελλάδα, το κοινό που μας ακούει ζωντανά — υπάρχουν κάποιοι fans που έρχονται στις συναυλίες μας και κρατάμε επαφή μαζί τους ακόμα. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, υπήρχε ένα περιστατικό στη Σερβία, σε μία από τις εμφανίσεις που κάναμε στο στούντιο Fuzz BeRot, όπου θα ξαναπαίξουμε τον Φεβρουάριο. Τους αγαπάμε. Είναι φοιτητούπολη εκεί. Είχαμε παίξει εκεί και, όταν οι headliners τελείωσαν το σετ τους και υπήρχαν ακόμα άτομα μέσα, γιατί θα ακολουθούσε ένα είδος after-party, κάποιοι μας ζήτησαν να παίξουμε δεύτερη φορά. Οπότε ανεβήκαμε ξανά και παίξαμε το setlist, σχεδόν ολόκληρο, για δεύτερη φορά την ίδια βραδιά, και ήταν υπέροχο.

-Χρειάστηκαν περίπου τρία χρόνια από τη δημιουργία της μπάντας μέχρι να φτάσετε στο άλμπουμ. Γιατί πήρε τρία χρόνια; Έχει να κάνει με τα φαινόμενα της καθημερινής σας ζωής ή ήταν απλώς η συνεχής δουλειά που ρίξατε για το άλμπουμ;

Α: Κοίτα, όταν ξεκινήσαμε, δεν ξέραμε ότι θέλαμε να το πάρουμε τόσο σοβαρά όσο το παίρνουμε τώρα. Οπότε, τους πρώτους οκτώ μήνες, μέχρι να πάμε στην Ελβετία για το βιντεοκλίπ που γυρίσαμε για το Eyes of Sorrow, ήταν λίγο στον αέρα. Η φάση ήταν: «πάμε να κάνουμε μια μπάντα, να παίξουμε, χαχαχα», σαν χόμπι. Έτσι, σχεδόν ο πρώτος χρόνος πέρασε επειδή δεν ξέραμε πόσο σοβαρά θέλαμε να το πάμε. Μετά, όταν είδαμε ότι αυτό άρχισε να σοβαρεύει και ότι θέλαμε να το κυνηγήσουμε περισσότερο, ουσιαστικά χρειάστηκαν δύο χρόνια για να παραχθεί το άλμπουμ: να ολοκληρωθούν πρώτα οι συνθέσεις και μετά να μπούμε στο στούντιο για την ηχογράφηση, τη μίξη — που επίσης καθυστέρησε — και μετά, όταν το άλμπουμ ήταν έτοιμο, να ψάξουμε δισκογραφική. Υπογράψαμε με τη Lifeforce Records από τη Γερμανία και, όταν έγινε η συμφωνία, μας είπαν φυσικά ότι η κυκλοφορία θα γινόταν σε τέσσερις μήνες. Οπότε υπήρξαν μικρές καθυστερήσεις: λίγο στη μίξη, λίγο στο mastering, λίγο λόγω Lifeforce, και έτσι συνολικά πήρε τρία χρόνια. Αλλά βασικά, ο πρώτος χρόνος πέρασε επειδή δεν ήμασταν ακόμα έτοιμοι για αυτή τη φάση και μετά όλα είχαν να κάνουν με τις συνθήκες.

  

-Ο ήχος στο άλμπουμ σας έχει συνοχή και χαρακτήρα. Είναι κάτι που προέκυψε μέσα από συζήτηση και δουλειά ή ήταν κάτι πιο αυθόρμητο και πρωτότυπο που βγήκε από μέσα σας;

Κ: Γενικά, όταν γράφαμε το άλμπουμ, δεν ξέραμε τι ακριβώς θέλαμε να κάνουμε. Είχαμε τις επιρροές μας, ο καθένας διαφορετικές, και ως αποτέλεσμα υπήρχε λίγο Gojira, λίγο Meshuggah, αλλά ο καθένας έβαζε το δικό του κομμάτι metal στο μείγμα. Ποτέ δεν είπαμε «ξέρεις τι, θέλουμε αυτό το άλμπουμ να μοιάζει με το τάδε άλμπουμ των Meshuggah ή των Gojira ή οτιδήποτε άλλο». Απλώς γράφαμε τραγούδια και μετά είδαμε ότι, ξέρεις τι, αυτό έχει συνοχή. Φυσικά, συνέβη κάπως τυχαία και έχει αυτή τη συνοχή, αλλά ό,τι γράψαμε απλώς ταίριαξε μεταξύ του και έτσι το άλμπουμ απέκτησε αυτόν τον ενιαίο χαρακτήρα.

-Παρ’ όλα αυτά, για ένα πρώτο άλμπουμ, παρότι υπάρχουν επιρροές, έχετε κάτι που δεν είναι αποκλειστικά Gojira και δεν είναι αποκλειστικά Meshuggah. Ήταν κάτι που το αναζητούσατε αυτό, για να πείτε «είμαστε μια μπάντα και θέλουμε να έχουμε έναν ξεχωριστό ήχο, πιο δυνατό», ή ήταν κάτι άλλο;

Α: Όχι, ήταν κάτι άλλο. Δηλαδή, ο Γιάννης, ο άλλος κιθαρίστας που δεν είναι εδώ, είναι τεράστιος fan των Gojira. Ο Βαγγέλης είναι Gojira, Meshuggah, Periphery. Ο Κωνσταντίνος  είναι πιο παραδοσιακό metal, λίγο Lamb of God, λίγο πιο old-school death metal. Εγώ είμαι περισσότερο στο progressive.
Όμως όλοι έχουμε κοινό άξονα το Gojira–Meshuggah, οπότε αυτό το είχαμε σαν βάση και μετά ο καθένας πρόσθεσε το δικό του λιθαράκι. Δηλαδή, στην αρχή του άλμπουμ, εκεί που υπήρχε ένα πιο progressive σημείο, λέγαμε «αυτό χρειάζεται το κομμάτι». Σε κάποιο άλλο σημείο, που υπήρχε πιο doom metal διάθεση, λέγαμε «αυτό χρειάζεται εδώ». Όλα όμως ήρθαν αρμονικά. Ποτέ δεν είχαμε την πρόθεση να κάνουμε συνειδητά αυτή τη “μίξη”. Απλώς προέκυψε λόγω των διαφορετικών επιρροών που έχουμε.

-Τέλεια. Είστε μια μπάντα με πολύ φρέσκο ήχο και στυλ, ειδικά για την ελληνική σκηνή, όπως είπα και πριν. Σας τράβηξε αυτό ποτέ πίσω μιας και δεν υπάρχουν πολλές μπάντες σε αυτό το στυλ ή το είδατε πιο θετικά, ότι είναι ακόμα καλύτερο έτσι;

Κ: Προσωπικά, δεν το σκέφτηκα ποτέ αυτό. Δεν με απασχόλησε αν υπάρχουν άλλες μπάντες ή όχι και στην αρχή δεν βάλαμε καμία ταμπέλα ή κατεύθυνση στο τι θέλαμε να γράψουμε. Αυτό βγήκε τυχαία, από την καρδιά. Δεν είχα ιδιαίτερη επαφή με το progressive πριν γνωρίσω τα παιδιά και τώρα τους ακολουθώ, αλλά δεν είναι κάτι που θα άκουγα καθημερινά. Άκουγα λίγο Meshuggah και λίγο Gojira, αλλά μέχρι εκεί. Δεν άκουγα τα πιο «βαθιά» πράγματα που ακούν τα παιδιά. Οπότε δεν σκεφτήκαμε ποτέ τι άλλες μπάντες υπάρχουν. Βέβαια, στην πορεία έχουμε εντοπίσει κάποιες μπάντες που είναι κοντά σε εμάς, όπως οι ORIA και οι NonLinear, τις οποίες θαυμάζουμε πολύ και εκτιμάμε τη δουλειά τους. Έτσι, επειδή έχουμε γίνει μέρος αυτής της σκηνής που παίζει αυτού του είδους τη μουσική, έχουμε την αίσθηση ότι αποτελούμε κομμάτι μιας σκηνής στην Ελλάδα. Και αυτό είναι καλό, γιατί υπάρχουν κι άλλοι που παίζουν παρόμοια μουσική με εσένα και αυτό σε βοηθάει να οργανώσεις ωραία live, όπως αυτό που θα κάνουμε με τους NonLinear στις 21 Φεβρουαρίου. Έχουμε πολύ καλή σχέση· ήρθαν στο σπίτι μας όταν παίζανε στην Αθήνα, εγώ ήμουν καλεσμένος τους στη Θεσσαλονίκη σε ένα live στο 8Ball όταν παίξαμε εκεί. Έκανα και γκεστ στο Guide Me By The Hand Of G.O.D.S.

-Γενικά, επειδή οι επιρροές κάθε μέλους είναι διαφορετικές και ο καθένας έχει το δικό του στυλ, θεωρείτε ότι μέσα στη μπάντα ανοίγεστε και εσείς σε νέα στοιχεία και επιρροές έστω και επιφανειακά, να ψάξετε το κάτι παραπάνω;

-Φυσικά. Ειδικά εγώ και ο Βαγγέλης, γιατί εκείνος έχει τις περισσότερες ιδέες στην κιθάρα και εγώ είμαι ο ντράμερ στη μπάντα. Ανταλλάσσουμε ιδέες και τον τελευταίο καιρό στέλνουμε ο ένας στον άλλον ολοκληρωμένα κομμάτια. Θέλουμε να διευρύνουμε τους ορίζοντές μας. Δεν θέλουμε να κάνουμε το ίδιο πράγμα στο επόμενο άλμπουμ. Δεν θέλουμε να παίξουμε κάτι εντελώς διαφορετικό, αλλά θέλουμε να το πάμε ένα βήμα παραπέρα. Οπότε τεχνικά, ο καθένας μας, με περισσότερη έρευνα, μπορεί να πιέσει τα όριά του και μουσικά, με περισσότερες ιδέες και διαφορετικούς ήχους, να αναμείξουμε άλλα στυλ στη μουσική χωρίς να χάσουμε τον χαρακτήρα μας.

-Αντίστοιχα, αυτό το groove/prog/djent στυλ που μπλέκετε, με την ιδιαιτερότητα που έχει, πιστεύεις ότι μπορεί να ανοίξει περισσότερες πόρτες από το να παίζατε τυπικά death ή black metal;

Κ: Κοίτα, η αλήθεια είναι ότι πέρα από τον ήχο και το πώς έχουμε στήσει τα social media και τα video clips, αυτό ανοίγει δρόμους. Υπάρχουν διαφορετικές και πιο σύγχρονες φιλοσοφίες και αυτό το παρατηρούμε κυρίως στο εξωτερικό. Αυτή την περίοδο κλείνουμε κάποια live και συνεργασίες. Να σου δώσω ένα παράδειγμα που συνέβη πριν λίγες μέρες με τον booker που έχουμε στην Πολωνία για την περιοδεία του Μαΐου. Ενώ αρχικά είχαμε κλείσει μόνο 2-3 εμφανίσεις, ακούγοντας το υλικό μας και επειδή είναι κάτι πολύ φρέσκο, που δεν ακούγεται πολύ στην Πολωνία αυτή τη στιγμή, θεώρησε ότι είναι κάτι διαφορετικό και άξιο προσοχής. Η απάντηση που πήρα ήταν ότι η Πολωνία είναι μια πολύ δυνατή ευρωπαϊκή metal χώρα και αυτό με κάνει να καταλαβαίνω ότι ναι, επειδή επιλέξαμε να παίξουμε κάτι πιο ιδιαίτερο και επενδύσαμε πολύ στο να το κάνουμε ξεχωριστό, αυτό σίγουρα παίζει ρόλο.

-Κάνατε το ντεμπούτο σας σε μια πολύ ιστορική εταιρεία, τη Lifeforce, υπήρξε συνεργασία με τον Φώτη Benardo αλλά και τον Σάκη Τόλη σε guest ρόλο. Όλο αυτό λειτούργησε σαν σχολείο για εσάς από τόσο νωρις στην καριέρα σας;

Κ: Η συνεργασία μας με τον Φώτη και τους υπόλοιπους, για εμάς δεν ήταν απλώς σχολείο. Ήταν σαν δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο και πανεπιστήμιο μαζί. Βρεθήκαμε σε ένα πολύ απαιτητικό περιβάλλον και οι μουσικοί με τους οποίους συνεργαστήκαμε, όπως ο Φώτης, ο Σάκης, ο Γιώργος Προκοπίου από Mother Of Millions και Poem επίσης, και πολλοί άλλοι, μας έσπρωξαν όλους στο να πετύχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Ανέβασαν πολύ τον πήχη. Όλο αυτό φάνηκε στο στούντιο, όταν ηχογραφούσαμε με τον Φώτη, που δεν μας λυπήθηκε καθόλου, μας εξέθεσε πλήρως. Επίσης, όταν έχεις τέτοιους ανθρώπους δίπλα σου από τόσο γρήγορα και βλέπεις πώς δουλεύουν, αντιλαμβάνεσαι αυτόματα την προσπάθεια που καταβάλλουν. Αυτό μετά θέλεις να το βάλεις στη δική σου φιλοσοφία.  Κάτι ακόμα σημαντικό είναι ότι ο Φώτης έπαιξε μεγάλο ρόλο και στη δημόσια εικόνα της μπάντας. Εγώ, για παράδειγμα, άνοιξα Instagram και Facebook μόνο για τη μπάντα. Όταν ξεκινήσαμε το 2022 δεν είχα καν Instagram. Οπότε το πώς δείχνουμε τη δουλειά μας και το πώς εμφανιζόμαστε στη σκηνή, σε μεγάλο βαθμό καθοδηγήθηκε από τον Φώτη. Έχει παίξει πολύ σημαντικό ρόλο για όλους μας και φυσικά ακολουθούμε και το παράδειγμα όλων όσων συνεργαστήκαμε.

-Επίσης Κωνσταντίνε, τι μαθήματα πήρες από τους Nightrage που τα βλέπεις τώρα να εφαρμόζονται και στους Herta;

K: Από τους Nightrage, και μέσω του Μάριου που βρίσκεται στον χώρο εδώ και 30-35 χρόνια, το πιο σημαντικό μάθημα που πήρα είναι η επιμονή και η αγάπη για τη μουσική. Περιοδεύοντας σε όλα τα μέρη με τους Nightrage, είδα το κοινό, πόσο παθιασμένο είναι και πόσο αγαπάει το metal. Το δείχνουν έμπρακτα. Αυτό που λέμε για τη ξενομανία στην Ελλάδα, το είδα και σε πολλές άλλες χώρες. Οι άνθρωποι σε βλέπουν σαν κάτι διαφορετικό, γιατί όντως είσαι κάτι διαφορετικό σε σχέση με αυτό που συμβαίνει γενικά. Με βάση την κουλτούρα και το πως παίζεις, είσαι κάτι νέο και ξένο για αυτούς. Τα μαθήματα από τους Nightrage και τον Μάριο είναι η σωστή προσέγγιση του metal: πώς παρουσιάζεται ζωντανά, πώς επικοινωνείς στο κοινό και πώς συνεργάζεσαι με promoters και bookers σε οποιαδήποτε χώρα. Πως το τρέχεις όλο αυτό.

-Αναφερόμενος στον τίτλο και το concept του άλμπουμ Crossing The Illusion, τι σύνδεση έχετε με αυτό και ποια είναι η αλήθεια σε έναν κόσμο με τόση πληροφορία και τόσο του φαίνεσθαι;

Α: Το Crossing The Illusion αρχικά ήταν ο τίτλος μιας τριλογίας που είχαμε γράψει: River To The Abyss, Incarnations. Αρχικά λεγόταν Crossing The Illusion Part 1 και μετά Incarnation – Crossing The Illusion Part 2. Ο στόχος ήταν να υπάρχει ένας τίτλος με νόημα, αλλά τελικά δεν λειτουργούσε όπως θέλαμε, γι’ αυτό αλλάξαμε τα ονόματα των κομματιών. Παρόλα αυτά,  το Crossing The Illusion αναφερεται στη ψευδαίσθηση της ελεύθερης βούλησης. Στην ψευδαίσθηση ότι έχουμε ελεύθερη θέληση. Διαβάζοντας κάποια βιβλία του Sam Harris, συνειδητοποιήσαμε σαν μπάντα ότι αυτό ίσως δεν υπάρχει. Αυτό μας οδήγησε στο να αναρωτηθούμε για πολλές άλλες ψευδαισθήσεις της καθημερινότητάς μας, πράγματα που τα ερμηνεύουμε ως γεγονότα ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι. Οι στίχοι του Κωνσταντίνου σε όλο το άλμπουμ, παρότι δεν είναι concept album, αναφέρονται σε πολλές εμπειρίες και είναι πολύ συναισθηματικοί. Είναι βιωματικοί και ποιητικοί. Οπότε έτσι μπορεί να ερμηνευτεί και το Crossing the Illusion: μέσα από κάθε κομμάτι, αυτή η «ψευδαίσθηση» είναι η δύσκολη κατάσταση που βίωνες εκείνη τη στιγμή και την οποία τελικά ξεπερνάς.

-Και μουσικά, πώς δένει ο ήχος με τους στίχους, τον τίτλο, το υπόβαθρο και την ιδεολογία; Είναι ένα εξαιρετικά σκοτεινό άλμπουμ, που σε "τριπάρει". Πώς συνδυάζονται όλα αυτά;

Α: Όλες αυτές οι διαδικασίες του να κάθεσαι, να σκέφτεσαι και να αναλύεις τόσο σύνθετες εσωτερικές σκέψεις δεν γίνονται απλώς καθισμένος σε μια καρέκλα με έναν καφέ. Είναι μια διαδικασία όπου πρέπει να σκάψεις βαθιά μέσα σου. Αυτό σε βάζει σε έναν άλλο κόσμο, σε μια άλλη πραγματικότητα, έστω και προσωρινά. Έτσι, το άλμπουμ, που έχει αυτόν τον υπνωτιστικό, μυστικιστικό χαρακτήρα — όπως λέει ο Κωνσταντίνος και το πειράζουμε καμιά φορά, αλλά είναι αλήθεια — δεν δημιουργήθηκε συνειδητά έτσι, αλλά ταιριάζει απόλυτα με αυτή την κατάσταση. Όταν ψάχνεις τέτοιες ιδέες, βρίσκεσαι σε έναν μυστηριώδη κόσμο προσπαθώντας να βρεις την αλήθεια. Γι’ αυτό και όλα αυτά δένουν μεταξύ τους.


-Κάπως έτσι, το αποτέλεσμα ενός άλμπουμ είναι το μουσικό αποτύπωμα, μιας προσωπικής στιγμής. Κάτι πολύ έντονο και πιθανόν δύσκολο;

Κ: Ναι, αυτό σίγουρα είναι μέρος του. Κοίτα, όταν μιλάω για δυσκολίες, δεν εννοώ να βγεις έξω και να τσακωθείς ή να φας ξύλο όταν ήσουν μικρός. Εννοώ δυσκολία, την ευαισθησία του κάθε ανθρώπου και πώς ο χαρακτήρας του διαμορφώνεται μέσα από στόχους που θέτει. Δηλαδή, η δυσκολία στο να διαχειριστείς τον εαυτό σου δεν προκύπτει μόνο από κάτι όπου κάποιος θα σε βλάψει ή από κάτι που θα στερηθείς. Είναι κι αυτό, βέβαια. Αλλά έχει να κάνει και με το τι στόχο θέτεις στη ζωή σου. Αν προσπαθείς να διατηρήσεις τον εαυτό σου, να καταφέρεις μεγάλα πράγματα και να τα κάνεις όλα αυτά με τον πιο δίκαιο και αξιοπρεπή τρόπο, σε αυτόν τον κόσμο που ζούμε, είναι πολύ δύσκολο. Και αυτομάτως βάζεις τον εαυτό σου σε μια δύσκολη θέση, η οποία όμως σου βγάζει αυτό το αίσθημα του «πολεμιστή». Ο πολεμιστής δεν πάει να πολεμήσει επειδή του αρέσει ο πόλεμος. Πάει να πολεμήσει επειδή πιστεύει σε κάτι. Εννοείται πως δεν είμαστε υπέρ της βίας ούτε υπέρ του πολέμου. Όμως η ζωή είναι μια μάχη, κυρίως απέναντι στον ίδιο σου τον εαυτό. Οπότε οι στίχοι μας, και σε συνδυασμό με τη μουσική, που έχουν δέσει γιατί όλοι μας είμαστε έτσι σαν άνθρωποι, αν μπορείς να το απεικονίσεις όλο αυτό, είναι κυρίως, όπως το βλέπω εγώ βάσει των στίχων και του συναισθήματος που μου βγάζει η μουσική, είναι η απεικόνιση ενός μοναχικού πολεμιστή. Ένας βάρβαρος στα βουνά, που διατηρεί τις αρχές του, μέσα στην ομίχλη, στη λάσπη, στις βροχές και στους κεραυνούς, και προχωρά για να ζήσει τη ζωή του όπως πρέπει: να είναι σωστός και καλός απέναντι σε όλους. Δε θέλει να βγάλει τη βία χωρίς λόγο, ούτε να ρίξει την αδικία που έχει δεχτεί, την αδικία τη βλέπει στα μάτια του κόσμου. Όλα αυτά τα κρατά μέσα του, διαμορφώνει τον εαυτό του και θέλει να επηρεάζει τον κόσμο θετικά και να προστατεύει. Με πολύ απλά λόγια, αυτό είναι το μήνυμα, τουλάχιστον των στίχων. Δεν είμαστε ούτε λάτρεις της βίας, ούτε του θανάτου, ούτε τίποτα από αυτά. Αλλά όλα αυτά είναι μέρος της ζωής· δεν μπορείς να τα αγνοήσεις. Είναι αυτά που στο τέλος σε κρατούν ζωντανό.

-Σχετικά τώρα με το live της Αθήνας στις 21 Δεκεμβρίου, τι να περιμένουμε από εσάς και πώς το έχετε στο μυαλό σας;

K: Το live της Αθήνας και ουσιαστικά η αρχή μιας νέας χρονιάς είναι για εμάς μια συναυλία με εορταστικό χαρακτήρα. Και αυτό όχι επειδή πλησιάζουν τα Χριστούγεννα, αλλά επειδή θέλουμε να δείξουμε την ευγνωμοσύνη μας σε όλους τους ανθρώπους που ήταν μαζί μας σε αυτό το ταξίδι του Crossing The Illusion. Πολλοί άνθρωποι θα μας βοηθήσουν σε αυτό το live και θα τους αναφέρουμε επί σκηνής. Θέλουμε να εκφράσουμε τις ευχαριστίες μας σε όλους όσοι στάθηκαν δίπλα μας, μας βοήθησαν και μας έδωσαν συμβουλές. Αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι να αποδείξουμε ότι είμαστε άξιοι και του τίτλου του metal στην Ελλάδα, γιατί η ελληνική metal σκηνή υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια και είναι πολύ δυνατή. Το μήνυμα που έχουμε λάβει είναι ότι υπάρχει μια πολύ δυνατή αίσθηση ενότητας στην ελληνική metal σκηνή και θέλουμε να τη διατηρήσουμε και να την εξελίξουμε. Είναι επίσης πολύ σημαντικό να αναφερθεί ότι αυτό το live δεν έχει κανέναν promoter ούτε μεσάζοντα. Και εδώ πρέπει να ευχαριστήσουμε και εσένα και όλους όσοι ανταποκρίθηκαν και μας στήριξαν, γιατί μουσικοί, μαγαζιά, άνθρωποι του χώρου και media είναι όλοι κομμάτι της metal κοινότητας στην Ελλάδα. Αυτό είναι το μήνυμα που θέλουμε να περάσουμε.



-Τι μπορούμε να περιμένουμε από τους καλεσμένους σας, τον Φώτη, τον Μάριο και τον Σάκη;

Κ: Καταρχάς θέλω να ευχαριστήσω όλους αυτούς τους ανθρώπους. Ο Σάκης, για παράδειγμα, μας έχει βοηθήσει πάρα πολύ και η ανταπόκρισή του ήταν εξαιρετική και στην ανταπόκρισή του, και στη guest συμμετοχή και στα γυρίσματα για το "Monolith", και φυσικά τώρα στο live, χωρίς καμία αμοιβή.
Ο Φώτης επίσης μας έχει στηρίξει πολύ, και ο Μάριος φυσικά, ο οποίος θα ανέβει στη σκηνή με τους Psyanide. Πιστεύω ότι θα υπάρξουν κι άλλοι καλεσμένοι. Δεν μπορούμε να ανακοινώσουμε κάτι ακόμα, αλλά είναι πολύ πιθανό να έχουμε περισσότερους, ώστε να ευχαριστήσουμε όλους αυτούς τους ανθρώπους και να περάσουμε καλά.

-Και τέλος, ποιο είναι το πλάνο για το επόμενο κεφάλαιο των Herta;

A: Με το τέλος αυτού του live ολοκληρώνεται η παρουσίαση του Crossing The Illusion στην Αθήνα και το επόμενο βήμα είναι να παρουσιάσουμε το άλμπουμ και σε άλλα μέρη. Ξεκινάμε τον Ιανουάριο με Θεσσαλονίκη και Λάρισα. Τον Φεβρουάριο θα κάνουμε μια βαλκανική περιοδεία και στη συνέχεια θα πάμε Γερμανία και Γαλλία. Μετά επιστρέφουμε και τον Μάιο ξαναφεύγουμε. Όπως είπε και ο Κωνσταντίνος, θα ξεκινήσουμε από την Τσεχία, θα κάνουμε πολλές εμφανίσεις στην Πολωνία και ίσως μερικές ακόμα στα Βαλκάνια. Το καλοκαίρι στόχος μας είναι να κάνουμε ένα ακόμη live στην Αθήνα.

Κ: Και πέρα από τα live που έχουν ήδη κλειστεί, σε περιόδους που θα είμαστε πιο κουρασμένοι, όπως Μάρτιο και Απρίλιο, έχουμε ήδη ξεκινήσει να σχεδιάζουμε τον δεύτερο δίσκο.
Ο στόχος μας είναι τον Μάιο του 2027, δηλαδή δύο χρόνια μετά την κυκλοφορία του Crossing The Illusion, να κυκλοφορήσουμε το δεύτερο άλμπουμ μας.

Γιάννης Χαρτζανιώτης


Δεν υπάρχουν σχόλια: