Οι Katla γύρω από το underground αποτελούν ένα καυτό όνομα, που μέσα από το συμβόλαιο τους στη Napalm Records, ανυπομονούν να εκβάλλουν το σκοτάδι τους και παραέξω. Η ωμή ένταση τους και η ανεξέλεγκτη δυναμικότητα που περικλείει το ντεμπούτο, "Scandinavian Pain",κάνει τους Δανούς metallers να ξεφεύγουν από τα όρια του κλασικού doom metal, αφού το ακραίο στοιχείο πρωταγωνιστεί, δημιουργώντας μια προσωπική εμπειρία, στα αφιλόξενα, κρύα μέρη του Ευρωπαϊκού Βορρά. Μια δουλειά συναισθηματικά φορτισμένη, για την οποία, οι δύο εκ των ιθυνόντων, ο ντράμερ και τραγουδιστής Rasmus Bang κι ο "Βενιαμήν" της μπάντας, στο μπάσο, Theis Thorgersen, δίνουν μια κατάθεση ψυχής στο Metal View, με χαλαρούς αλλά και βαρείς τόνους, όπως ακριβώς και η μουσική τους.
-Πρώτα απ’ όλα, μετά από τρία EP μέσα σε έξι χρόνια, γιατί σας πήρε τόσο χρόνο να κυκλοφορήσετε το πρώτο σας ολοκληρωμένο άλμπουμ;
Rasmus: Υπήρξε ένα μικρό θέμα με τον κορονοϊό που επηρέασε σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο, και φυσικά και εμάς. Αυτή η κατάσταση ανέτρεψε τα πάντα με πολλούς τρόπους. Ακυρώθηκαν πολλές συναυλίες, δεν μπορούσαμε να μπούμε στο στούντιο, δεν μπορούσαμε να κάνουμε πρόβες, γενικά τα πάντα πήγαν πίσω. Οπότε για εμάς αυτό σταμάτησε τη δημιουργική διαδικασία, αλλά ταυτόχρονα έφερε και κάποια πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία στη δημιουργική πλευρά των Katla. Ένιωσα ότι τώρα ήταν η κατάλληλη στιγμή για να κυκλοφορήσουμε ένα ολοκληρωμένο άλμπουμ, ειδικά με τον Thijs να εντάσσεται στη μπάντα, μετά την αποχώρηση του προηγούμενου μπασίστα. Επίσης, το προηγούμενο μας δεν ήταν ένα split, αλλά ένα διπλό EP, το οποίο είχε διάρκεια σχεδόν όσο ένα κανονικό full-length άλμπουμ. Ωστόσο, τα κομμάτια τότε δεν έβγαζαν νόημα ως ένα ενιαίο άλμπουμ. Όταν όμως μπήκε ο Theis, ήρθε η ώρα να δημιουργήσουμε το Scandinavian Pain.
- Από την αρχή σας μέχρι σήμερα, ο ήχος σας δεν είχε ποτέ έναν τυπικό doom metal χαρακτήρα. Αντιθέτως, περιλαμβάνει πολλές επιρροές από death metal, black metal, crust punk, και άλλα στοιχεία. Πώς προέκυψε αυτό; Θεωρείτε ότι το να αναμείξετε τόσα διαφορετικά στοιχεία αποτέλεσε πρόκληση ή ρίσκο;
Rasmus: Κανείς μας δεν το σκέφτηκε συνειδητά, δεν ήταν μια εσκεμμένη απόφαση να αναμείξουμε όλα αυτά τα στοιχεία. Περισσότερο επηρεαστήκαμε από το τι συνέβαινε γύρω μας. Στη Σκανδιναβία υπάρχει μια πολύ δυνατή black metal και death metal σκηνή, και φυσικά αυτά είναι τα είδη που ακούγαμε. Οι φίλοι μας έπαιζαν σε μπάντες αυτού του είδους, οπότε για εμάς ήταν φυσικό να επηρεαστούμε τόσο μουσικά όσο και πολιτισμικά. Δεν ήταν λοιπόν μια συνειδητή επιλογή να κάνουμε τους Katla ένα κράμα διαφορετικών ειδών, απλά γράφαμε μουσική που μας ακουγόταν ωραία και σκληρή.
Theis: Όταν μπήκα στη μπάντα, αυτό που μου φάνηκε πραγματικά ενδιαφέρον ήταν ότι ο ήχος δεν είναι απλώς αργός, έχει την ίδια ενέργεια με ένα hardcore συγκρότημα, αλλά είναι πραγματικά βαρύς. Και δεν είναι deathcore – είναι απλά ακραίο doom metal, και αυτό είναι πολύ ωραίο.
-Όταν άκουσα το Scandinavian Pain, μου ήρθαν στο μυαλό μπάντες όπως οι Candlemass, Crowbar, Entombed, Celtic Frost—λες και τις έβαλες όλες μαζί σε ένα μίξερ. Θεωρείτε ότι αυτές οι μπάντες είναι μέρος των επιρροών σας; Και από την άλλη, πιστεύετε ότι οι σύγχρονες μπάντες διστάζουν να δοκιμάσουν νέα μονοπάτια;
Rasmus: Δεν ξέρω αν αυτές οι μπάντες ήταν στο μυαλό μας όταν γράφαμε το Scandinavian Pain, αλλά η αναφορά σου είναι τέλεια και την εκτιμώ πολύ. Θα ήμουν χαρούμενος να μας βάζουν στην ίδια κατηγορία με αυτούς! Δεν ξέρω αν οι μπάντες φοβούνται. Νομίζω ότι στις μέρες μας είναι απλά πιο δύσκολο, γιατί φαίνεται πως οι άνθρωποι είναι πιο πιστοί σε ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής παρά σε μία μπάντα. Πολλοί καλλιτέχνες νιώθουν ότι πρέπει να κυκλοφορήσουν κάτι που ακούγεται ακριβώς όπως το προηγούμενο, ώστε να ταιριάζει σε playlists του Spotify, όπως π.χ. μια Metalcore playlist. Προσωπικά, καταλαβαίνω αυτή τη νοοτροπία. Ακόμα κι εγώ, όταν μία από τις αγαπημένες μου μπάντες πειραματίζεται υπερβολικά, μπορεί να πω «Μου άρεσαν περισσότερο οι παλιές τους δουλειές». Αλλά αυτό είναι απλά ένα σημάδι ότι γερνάω. Κάθε μπάντα θα έπρεπε να έχει την ευκαιρία να εξελιχθεί και να δημιουργήσει τη μουσική που θέλει.
Theis: Φίλε, ωραία τα είπες... Δεν νομίζω ότι οι μπάντες φοβούνται να πειραματιστούν. Μας έχουν πει ότι το doom metal δεν είναι «της μόδας» αυτή τη στιγμή – οι διοργανωτές συναυλιών προτιμούν το old-school death metal. Αυτό σημαίνει ότι αν ήμασταν μια νέα μπάντα και ακούγαμε κάτι τέτοιο, ίσως να σκεφτόμασταν: «Ας κάνουμε έναν death metal δίσκο για να κλείσουμε συναυλίες». Αλλά στην πραγματικότητα, η δανέζικη metal σκηνή είναι πολύ δραστήρια και γεμάτη πειραματισμό. Στην underground σκηνή γίνονται πολλά ενδιαφέροντα πράγματα.
- Νιώθω ότι η μουσική σας έχει μια μίξη του παλιού metal ήχου των ‘90s με μια πιο σύγχρονη, groovy, «αστική» αισθητική. Αυτό ήταν κάτι που είχατε στο μυαλό σας όταν γράφατε το άλμπουμ;
Rasmus: Σίγουρα αγαπάμε οτιδήποτε old-school και προσπαθούμε να μείνουμε πιστοί σε αυθεντικές μεθόδους ηχογράφησης. Παρότι λατρεύω το νορβηγικό black metal, απεχθάνομαι την κακή παραγωγή του – πολλές ηχογραφήσεις ακούγονται σαν να έγιναν σε μπάνιο χαχα! Γι’ αυτό και στο Scandinavian Pain χρησιμοποιήσαμε πραγματικούς ενισχυτές και ηχογραφήσαμε ζωντανά σε ένα μεγάλο δωμάτιο, αλλά με σωστή τοποθέτηση μικροφώνων. Προσπαθήσαμε να συνδυάσουμε την παλιά σχολή με μια ποιοτική παραγωγή.
-Και τι συμβολίζει ο τίτλος Scandinavian Pain;
Rasmus: Υπάρχει ένα ιδιαίτερο φαινόμενο στη Σκανδιναβία: το σκοτάδι και το κρύο διαρκούν για πάνω από έξι μήνες το χρόνο. Υπάρχει μια ιατρική-ψυχολογική έννοια που ονομάζεται «χειμερινή κατάθλιψη», κάτι που πλήττει πολλούς ανθρώπους εδώ. Παρόλο που οι σκανδιναβικές χώρες είναι πλούσιες και προνομιούχες, εξακολουθούμε να νιώθουμε βαθιά μελαγχολία. Αυτό θέλαμε να αποτυπώσουμε στο άλμπουμ: μια αντίθεση μεταξύ της φαινομενικής ευημερίας και της εσωτερικής θλίψης.
-Αυτός ο συνδυασμός doom metal και σκανδιναβικής μελαγχολίας, πιστεύετε ότι είναι κάτι που χαρακτηρίζει τη μουσική σας γενικότερα ή ήταν πιο έντονο στο Scandinavian Pain;
Rasmus: Νομίζω πως ήταν πάντα μέρος της ταυτότητάς μας, αλλά στο Scandinavian Pain το εκφράσαμε πιο συνειδητά. Όταν ξεκινήσαμε, παίζαμε μουσική που μας άρεσε, χωρίς να αναλύουμε ιδιαίτερα τι σημαίνει ή τι συναίσθημα μεταφέρει. Τώρα όμως, με το συγκεκριμένο άλμπουμ, προσπαθήσαμε να αποτυπώσουμε πιο ξεκάθαρα αυτή την αίσθηση σκοταδιού και ωμότητας που υπάρχει στην καθημερινότητά μας εδώ στη Σκανδιναβία.
Theis: Υπάρχει μια αυθεντικότητα στη μελαγχολία που βγαίνει μέσα από το παίξιμό μας. Δεν είναι επιτηδευμένο, δεν προσπαθούμε να είμαστε “σκοτεινοί” απλώς για την αισθητική. Ζούμε σε αυτή την πραγματικότητα, και η μουσική μας είναι ένας τρόπος να την εξωτερικεύσουμε.
-Πιστεύετε ότι το πιο επώδυνο στοιχείο στη Σκανδιναβία είναι αυτή η μελαγχολία, η κατάθλιψη; Ή υπάρχει κάτι ακόμα πιο βαθύ στον τρόπο που βιώνετε όλο αυτό;
Rasmus: Είναι δύσκολο να μιλήσω εκ μέρους όλης της Σκανδιναβίας, γιατί κάθε χώρα έχει τις ιδιαιτερότητές της. Για παράδειγμα, η Δανία, από όπου είμαστε, είναι γνωστή ως η πιο επίπεδη χώρα της Σκανδιναβίας. Δεν έχουμε τα επιβλητικά βουνά και τα αχανή δάση που βλέπει κανείς στη Νορβηγία ή τη Σουηδία. Αλλά παρόλα αυτά, υπάρχει μια ιδιόμορφη αίσθηση απομόνωσης, μια βαρύτητα που κουβαλάμε. Και αυτό ακριβώς θέλαμε να αποτυπώσουμε στο άλμπουμ. Γιατί στο τέλος της ημέρας, ζούμε εδώ. Αν το μισούσαμε τόσο πολύ, θα είχαμε φύγει. Αλλά υπάρχουν τόσα καλά πράγματα στη ζωή στη Σκανδιναβία—απλά πρέπει να μάθεις να ζεις με τα δύσκολα κομμάτια της. Για εμένα, ένα από τα πιο βαριά συναισθήματα που κουβαλάμε εδώ είναι αυτό που αποκαλώ το «μετα-αποικιοκρατικό βάρος». Υπάρχει ακόμα μια περίεργη, διαχρονική επιθυμία για έλεγχο του τι συμβαίνει στον κόσμο. Και αυτό, τουλάχιστον για εμένα προσωπικά, είναι δύσκολο να το διαχειριστώ σε καθημερινή βάση. Βλέπουμε την καταστροφή, την παρακμή του κόσμου γύρω μας, όλη αυτή τη δυστυχία. Και, κατά κάποιον τρόπο, είμαστε προϊόντα αυτού του ίδιου συστήματος. Αυτό είναι που με βαραίνει περισσότερο.
-Όπως φαίνεται, οι στίχοι και τα θέματα που επιλέγετε στη μουσική σας έχουν κάτι το βίαιο, σκοτεινό, θυμωμένο. Υπάρχει ένα πολύ καταστροφικό συναίσθημα, που δεν είναι τόσο πεσιμιστικό με την κλασική έννοια του doom metal, αλλά κάτι διαφορετικό. Συνεχίσατε με αυτή τη νοοτροπία και σε αυτό το άλμπουμ. Χρησιμοποιήσατε τη μουσική σας ως τρόπο να «σπάσετε έναν τοίχο» συναισθημάτων, μια πνευματική ή ψυχολογική σας κατάσταση με τον "δικό" σας τρόπο;
Rasmus: Νομίζω πως ναι, και μάλιστα το συζητήσαμε με τη δισκογραφική μας. Θυμάμαι να μας λένε: «Αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον, παιδιά, γιατί αγγίζετε θέματα που δεν είναι και τόσο συνηθισμένα στη heavy metal σκηνή». Και στην αρχή, μου φάνηκε περίεργο, γιατί σκέφτηκα: «Μα το κάνουν όλοι». Υπάρχει πάντα θεματολογία γύρω από μελαγχολικά συναισθήματα, την κατάθλιψη, τις αυτοκτονικές σκέψεις, τον πόλεμο και τέτοια πράγματα. Αλλά μετά κατάλαβα τι εννοούσαν. Δεν είναι απλώς ότι αναφέρουμε αυτά τα θέματα, αλλά ότι τα προσεγγίζουμε με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Και αυτό ήταν πολύ ωραίο που το πρόσεξε. Δεν τα επισημαίνουμε απλώς σαν μια απεικόνιση του κόσμου γύρω μας, αλλά προσπαθούμε να δείξουμε και τρόπους να τα αντιμετωπίσεις. Όχι ότι το άλμπουμ μας είναι κάποια τέλεια θεραπευτική απάντηση σε όλα τα προβλήματα, αλλά σίγουρα έχει μέσα του μια διάθεση να εξερευνήσει το πώς μπορείς να διαχειριστείς τέτοιες καταστάσεις, ειδικά σε ψυχικό και συναισθηματικό επίπεδο. Για εμάς, η διαφορά σε σχέση με άλλες heavy μπάντες που αγγίζουν αυτά τα θέματα είναι ότι είμαστε απόλυτα ειλικρινείς για το πώς νιώθουμε. Δεν προσπαθούμε να δημιουργήσουμε απλά μια σκοτεινή ατμόσφαιρα για χάρη της αισθητικής. Δεν κατηγορούμε τόσο τις τραγωδίες του κόσμου, κατηγορούμε τις τραγωδίες μέσα μας.
-Μουσικά, πώς ήταν η διαδικασία σύνθεσης αυτού του άλμπουμ σε σχέση με τα προηγούμενα EP σας;
Rasmus: Αυτή τη φορά δουλέψαμε πολύ πιο συλλογικά. Στα προηγούμενα EP, συνήθως ένας από εμάς έφερνε μια βασική ιδέα ή ένα riff και το χτίζαμε γύρω από αυτό. Στο Scandinavian Pain, ολόκληρη η μπάντα συμμετείχε ενεργά στη διαμόρφωση των τραγουδιών, από τις βασικές ιδέες μέχρι τις λεπτομέρειες της παραγωγής.
Theis: Ναι, ένιωσα ότι υπήρχε μια ιδιαίτερη δυναμική στη διαδικασία. Υπήρχε χώρος για πειραματισμό, δοκιμάζαμε διαφορετικές προσεγγίσεις, αλλά πάντα με έναν κοινό στόχο: να κάνουμε κάθε τραγούδι να ακούγεται όσο το δυνατόν πιο βαρύ και συναισθηματικά φορτισμένο.
-Πώς βλέπετε τη δανέζικη metal σκηνή σήμερα;
Rasmus: Η Δανία πάντα ήταν στη σκιά των άλλων σκανδιναβικών χωρών, αλλά τα τελευταία 5 χρόνια έχει εκτοξευθεί.
Theis: Υπάρχουν πολλές καλές μπάντες που δεν είναι τόσο γνωστές, ευρύτερα στη Δανία, αλλά κάνουν καριέρα στο εξωτερικό. Δες τους Volbeat, που σαρώνουν στην Αμερική και κάνουν και από τα μεγαλύτερα σόου. Ξέρεις, σε γενικές γραμμές, όσο κι αν είναι στην αφάνεια από το mainstream, το metal στη Σκανδιναβία πάει χέρι-χέρι με την κουλτούρα μας. Ειδικά στη Δανία υπάρχουν τόσες μπάντες όπως οι Afsky, οι Baest, οι Lifesick ή οι Cabal για παράδειγμα .
-H συνεργασία σας με τη Napalm πιστεύετε πως ανοίγει τους ορίζοντές σας;
Rasmus: Μας έβαλε σε μεγαλύτερο «γήπεδο» και μας δίνει την ευκαιρία να παίξουμε περισσότερες συναυλίες. Ουσιαστικά, αυτό θέλαμε, να παίξουμε ζωντανά. Ξέρεις, η βιομηχανία σε προωθεί, κόσμος σε μαθαίνει, σου ανοίγει και το γενικό ενδιαφέρον, οπότε σίγουρα αυτό θα μας βγάλει πιο εύκολα και γρήγορα στον δρόμο. Για αυτό παίζουμε άλλωστε! Ήταν μεγάλο βήμα που μετά την προώθηση από τη Napalm Events για τις συναυλίες μας, ενδιαφέρθηκε και η Napalm Records για τον δίσκο μας, και να μας δώσει την ευκαιρία να υπογράψουμε.
- Και τώρα που το άλμπουμ κυκλοφόρησε, ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
Rasmus: Περιοδεία! Θέλουμε να παίξουμε αυτά τα τραγούδια ζωντανά όσο περισσότερο γίνεται. Πιστεύουμε ότι το Scandinavian Pain αποκτά μια διαφορετική ενέργεια όταν παίζεται μπροστά σε κοινό. Ήδη ήταν να παίζουμε τώρα στην Ευρώπη με τους 1914, αλλά λόγω της αναζοπύρωσης του πολέμου στην Ουκρανία, αυτό ακυρώθηκε.
Theis: Και φυσικά, ήδη σκεφτόμαστε νέες ιδέες. Το δημιουργικό κομμάτι δεν σταματά ποτέ. Ελπίζω με όλα αυτά, να τα πούμε και στην Ελλάδα.
Γιάννης Χαρτζανιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου