Οι Carnivora's Feast έρχονται από την ελληνική μας γειτονιά, και από ένα studio project, ξεκίνησε να παίρνει σάρκα και οστά το 2022. Φέτος, η παρέα των Γιάννη Σεβίλογλου στα φωνητικά, Ζήση Σαπνάρα και Γιάννη Πούλκαρη στις κιθάρες, Λάζαρη Πάικου στο μπάσο, αλλά και ενός συνήθη υπόπτου στο black metal της νέας γενιάς, Άγη Τζουκόπουλου στα τύμπανα, δείχνουν το πρόσωπο της δουλειάς τους, με τον τίτλο "Teufel". Ο γερμανικός διάβολος ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει στις 21 Ιουνίου, και τα περίεργα μυστικά του φανερώνονται παρακάτω.
Όπως θα φανεί και στο σύνολο του δίσκου, κάποιες ψυχές από τα στενά του Όσλο και του Τροντχάιμ, μάλλον χάθηκαν, και βρέθηκαν αντάμα στα υψίπεδα της Κοζάνης. Όλοι αυτοί, αποφάσισαν να ενώσουν περίεργες μαυρομεταλλικές επιρροές, καθόλου κοντά στον τυπικό ψυχρό, primitive ήχο του Νορβηγικού black metal, αλλά σε κάτι πιο πειραματικό, εξελιγμένο ώρες ώρες ψυχεδελικό, δίνοντας μια παγωμένη και πιο μαυρισμένη πινελιά σε "δικά" μας παιδιά όπως οι Aenaon ή οι Hail Spirit Noir, χωρίς βέβαια το στυλ τους να είναι ίδιο, πέρα από τη λογική και τη φιλοσοφία. Πιο συγκεκριμένα, το intro του δίσκου, "Genocide" δίνει την πρώτη εικόνα για το εφιαλτικό, και απειλητικό σκηνικό που προετοιμάζεται στη συνέχεια, με industrial θορύβους, και τους Thorns στην ατμόσφαιρα του. Επιθετικά όπως θα έπρεπε, η συνέχεια με το "Commander", χαρίζει πιο κλασικές blackmetal-άδικες δόσεις και μια αίσθηση δυσαρμονίας, κόντρα σε πιο heavy/prog φόρμες που θα συναντήσουμε στη συνέχεια, όπου το extreme στοιχείο μπλέκεται με την αύρα του black n roll και ιδιόρρυθμων τεχνικών, βοηθώντας στη νοσηρή αισθητική αυτού του δίσκου. Τον χορό σε αυτό το στυλ αρχίζει το "Shepherd" με το δίδυμό του και ομώνυμο "Teufel", συνεχίζοντας πιο μετά και στο "The Fence", όπου σιγά σιγά σκάβει με το παίξιμό των drums, όσο κι αν τα κιθαριστικά αρπίσματα πάνε να το εξυψώσουν, και μια αιθέρια πλευρά ανάλογη των Ved Buens Ende οδηγείται στην παράνοια των DHG, που γενικά στον δίσκο φαίνεται σαν μία από τις σημαντικότερες επιρροές του γκρουπ.To "Heyna's Instict" συνεχίζει σε καταιγιστικούς ρυθμούς, με το δολοφονικό ένστικτο να επικρατεί, τα γέλια του τρελού να αλωνίζουν, και όλη η μπάντα να χώνεται σταδιακά σε μια δική της διάσταση, σκοτεινή, υπνωτισμένη και ταυτόχρονα σταθερά δυναμική. Το "Carnivorous" έρχεται να κατευνάσει τα πνεύματα, ομοίως με πριν, αν και τα ξεσπάσματα επί του παρόντος είναι πιο εκφραστικά, οριακά σαδιστικά, δίνοντας πάσα στην τελική τριάδα. Το "Aurora" φέρνει τις κατάλληλες γκρούβες και τα breaks ακριβώς εκεί που άρμοζαν, δημιουργώντας ηχητικούς και εγκεφαλικούς λαβύρινθους, που παρόλα αυτά εναρμονίζονται τέλεια σε αυτό το τέλεια φτιαγμένο χάος που έχει προηγηθεί. Το "Ruins" ετοιμάζεται σιγά σιγά να μας βγάλει από αυτόν τον μικρόκοσμο, με τα στοιχειωμένα πλαίσια του να απαλύνονται σιγά σιγά, όσο κι αν οι ψίθυροι είναι εκεί να σιγοντάρουν. Τέλος, το "Gradual Sunsets" αποτελεί την ύστατη έκρηξη του δίσκου, πότε με ευθύ ξύλο, πότε με σπασμωδικά χτυπήματα και πότε με τζαζοπεράσματα ή rock αισθητική, όλα σε ένα δείχνοντας πως πέρα από μια ομάδα με ερεβώδη υπόσταση, έχουν μια άρτια τεχνική κατάρτιση, και σίγουρα δε μπορούν όλοι να κλείνουν ένα άλμπουμ τόσο αριστοτεχνικά, με ύφος αλά "Rebel Extravaganza".
Ο διάολος, πέρα από πολλά ποδάρια, έχει και πολλά πρόσωπα. Αυτό μας δείχνει εδώ και το "Teufel", που δεν είναι μόνο ένα πολύ καλό πρώτο δείγμα μιας νεοσύστατης μπάντας, αλλά και ένα φιλόδοξο εγχείρημα, να ανανεώσει ήδη για την εποχή που κυκλοφόρησαν, πρωτοποριακές μουσικές, να τις φέρει ακόμα πιο κοντά στο σήμερα και να παίζει με διάφορες διαστάσεις και πρίσματα. Σίγουρα σε αυτό το άλμπουμ κυριαρχεί το αίσθημα της "επιρροής", αλλά με αυτές τις επιρροές που προαναφέρθηκαν, φυσικό επόμενο να έρθει και η ταυτότητα, αφού όλα δείχνουν την υπογραφή της "Δημιουργίας", και αυτό είναι το σημαντικό. Δεν παίζουν όλες οι μπάντες έτσι, πολλές από την άλλη θα ήθελαν να παίζουν (κάπως) έτσι, αλλά μόνο οι εκλεκτοί το καταφέρνουν, και οι Carnivora's Feast άνετα ανήκουν σε αυτούς. Το black metal είναι πολλά πράγματα, αλλά κυρίως έκφραση, όπως κι αν τονίζεται, όπως κι αν ακούγεται, τα μοτίβα είναι εκεί, και αυτό που θέλουμε όλοι να ακούμε πέρα από τις γνωστές βάσεις είναι μουσικές που να μας αφήσουν έπειτα από το άκουσμα ένα "έλα ρε!", και στον γράφοντα, αυτό το επιφώνημα βγήκε στο τέλος.
(8,5/10)
Γιάννης Χαρτζανιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου