Οι Firewind αποτελούν την απόλυτη διεθνή ελληνική μπάντα, ανεβάζοντας τον πήχη σε δυναμικούς, μελωδικούς και κιθαριστικούς ήχους πολύ ψηλά εδώ και δύο δεκαετίες. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για τον ιθύνοντα νου τους, Gus G, ως τον απόλυτο πρεσβευτή της εξάχορδης θεάς, ο οποίος βρισκόμενος σε μια γιορτινή διάθεση για τα είκοσι χρόνια από το ντεμπούτο του σχήματος του, ετοιμάζεται για δύο επετειακές εμφανίσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη στις 31/9 και 1/10 αντίστοιχα. Ο ίδιος μαζί με το Metal View, κάνει μια αναδρομή τόσο στο ίδιο το "Between Heaven And Hell", όσο και σε όλες τις σημαντικές στιγμές της πλούσιας καριέρας της μπάντας, με πολλούς σταθμούς, ρομαντισμό και χαλί από νότες, σε ρυθμούς ανανέωσης και παράλληλα ιστορικής θύμησης.
-Τι αισθάνεσαι όταν ακούς τη δήλωση 20 χρόνια Firewind;
Αισθάνομαι ότι μεγάλωσα, χαχα. Πέρα από την πλάκα φαντάζει απίστευτο όταν έχεις ένα όνειρο και καταλήγει να σε εδραιώσει στη σκηνή, να ταξιδεύεις και να παίζεις σε όλον τον κόσμο, να έχεις οπαδούς που σε ακολουθούν και να κάνεις δίσκους. Πάντα ήθελα να έχω μία μπάντα που κάπως θα κρατήσει στον χρόνο, αλλά όταν το ζεις πραγματικά είναι τρελό. Κι αυτό συνεχίζει γιατί με οποιονδήποτε τρόπο έχουμε κρατηθεί. Προφανώς μεγαλώνουμε, αλλά μεγαλώνει και ο κύκλος των οπαδών μας. Μεγαλώνουμε όλοι μαζί
-Μέσα σε αυτά τα είκοσι χρόνια, θεωρείς πως υπήρξε κάτι πολύ δύσκολο που σε κράτησε πίσω ή είπες θα σταματήσω τη μπάντα;
Μιας και είχαμε ξαναμιλήσει και για το τελευταίο μας άλμπουμ, πιστεύω πως αυτό ήταν το πιο κομβικό σημείο για τους Firewind. Κι άλλες φορές έχουν έρθει δύσκολες στιγμές, με σκαμπανεβάσματα, γιατί η μουσική καριέρα δεν έχει μόνο τα πάνω της, με ωραίες και ρόδινες στιγμές, έχει και τα κάτω της. όλα περνούν από το μυαλό. Αλλά εκεί γύρω στο 2019, ήταν αυτό που με έβαλε σε περισσότερες σκέψεις, που έζησα την αβεβαιότητα, και μάλιστα μετά από μια μεγάλη περιοδεία με τους Queensryche, που είναι από τις αγαπημένες μας μπάντες, μεγαλώσαμε με αυτούς, οπότε ήταν μεγάλο πράγμα για εμάς να παίζουμε μαζί τους. Εκεί, μετά από αυτό, βλέπουμε ο ένας να είναι δεξιά, ο άλλος αριστερά, όλοι λίγο πολύ προβληματισμένοι, κάποιοι πιο δυστυχισμένοι για την κατάσταση που ερχόταν, και ήταν η πιο δυνατή στιγμή που με έκανε να αναρωτηθώ αν θα πρέπει να συνεχίσω ή όχι. Πιστεύω πως πήρα τη σωστή απόφαση να συνεχίσω, κι ας ήταν ίσως ένα ρίσκο, γιατί είμαστε μια μπάντα που έχει ταλαιπωρηθεί πολύ με τις αλλαγές στο line up. Από εκεί και πέρα, αν το δεις αλλιώς, πολύ λίγες μπάντες έχουν μείνει με τα ίδια μέλη, έτσι είναι η ζωή κιόλας, όλοι μεγαλώνουμε, κάποιοι αλλάζουν, θέλουν άλλα πράγματα, παίρνουν αποφάσεις για το μέλλον τους, κάνουν οικογένεια, ψάχνονται με άλλες δουλειές. Η ζωή δεν είναι μόνο ένα πράγμα. Για εμένα είναι διαφορετικά επειδή οι Firewind είναι δικό μου δημιούργημα, είναι το "παιδί" μου, οπότε, θέλω να συνεχίσω.
-Νιώθεις όμως μετά από την απόφαση να συνεχίσεις ένα αίσθημα αναγέννησης;
Ακριβώς αυτό, ήθελα να αναγεννήσω τη μπάντα. Για εμένα ήταν σαν μια δεύτερη ευκαιρία να ξεκινήσω κάποια πράγματα από το μηδέν. Θα μου πεις, αν το ένιωσα σαν δεύτερη ευκαιρία γιατί δεν έδωσες άλλο όνομα; Θα μπορούσα, αλλά η μουσική μου όσο και να διαφέρει, και να βάλεις άλλη φωνή, πάντα έχει ένα χαρακτηριστικό, ένα πιο συγκεκριμένο στυλ. Ξέρω πως θέλω να βγαίνει αυτό το μελωδικό heavy metal που παίζω. Ο πυρήνας των Firewind αυτό θα είναι. Δούλεψα σκληρά 20 χρόνια για αυτό το πράγμα, που θα ήταν κρίμα να το παρατήσω έτσι, κάπως άδοξα. Συνεχίζω όπως ακριβώς ήθελα να συνεχίσω.
-Γυρνώντας 20 χρόνια πίσω, για εσένα, πιτσιρικάς τότε, πόσο δύσκολο ήταν να πάρεις τόσο στα σοβαρά μία μπάντα χωρίς μέλη, πρακτικά, κόντρα στη μουσική βιομηχανία και το metal της εποχής;
Ήταν ακραίο, δύσκολο και με μεγάλη αβεβαιότητα. Τότε κυνηγούσαν οι μπάντες τα πολυπόθητα δισκογραφικά συμβόλαια, σε αντίθεση με σήμερα που όλα διαδικτυακά είναι πιο εύκολα και προσβάσιμα. Υπήρχε μεγάλος βάρος σε κάτι τέτοιο, χωρίς social media και προσωπική προώθηση. Κυνηγώντας κάτι τέτοιο, και έχοντας φτιάξει ένα demo, ψαχνόμουν, και αν θες, υπέγραψα το πρώτο μου συμβόλαιο λίγο στα τυφλά, με τη Leviathan, μια μικρή ανεξάρτητη εταιρεία από την Ατλάντα, και το πρώτο άλμπουμ όπως είπες, ήταν ακριβώς χωρίς μπάντα. Όλα ήταν εντελώς on the go, πάμε κι ό,τι γίνει, χωρίς να ξέρω πότε θα βγει ο δίσκος, αν θα βγει, πως θα βγει, χωρίς καν να υπάρχει δίκτυο διανομής, απλά αυτή θα το έστελνε licenced σε διάφορες χώρες. Από τη μία υπήρχε ενθουσιασμός και από την άλλη αγωνία. O Chastain κάπως μου βρήκε μερικά άτομα για να μπουν να ηχογραφήσουν μαζί μου, πέρα από κιθάρες, τα μπάσα ήταν επίσης δικά μου, αλλά η εταιρεία, μου έλεγε πως δε γίνεται να είναι τρίο η μπάντα, τότε δεν ήταν της μόδας, χαχα. Οπότε βρήκα έναν φίλο από τη Θεσσαλονίκη, τον Κώστα Εξαρχάκη, που έπαιζε σε μια παλιά μπάντα εδώ, τους Medieval Death, του είπα αν μπορεί να μπει στα credits και να ηχογραφήσει και για μερικά κομμάτια, να πιάσει τόπο, χαχα, και κάπως έτσι στην τύχη, δημιουργήθηκε το πρώτο σχήμα των Firewind.
-Παρόλα αυτά, εκείνη την εποχή τη βλέπεις τώρα πιο ρομαντικά, με τα πάθη, το τρέξιμο, την αγωνία και τον ενθουσιασμό ενός 20χρονου που κυνηγούσε το όνειρο;
Σίγουρα, όταν είσαι 20 χρονών και σχεδιάζεις τη μπάντα σου, τα τραγούδια σου, μπορεί να βλέπεις και μακροπρόθεσμα, να κάνεις όνειρα, να λες πως θα είναι το ένα και το άλλο, χωρίς να ξέρεις πως γίνονται. Μπορεί να σκέφτεσαι πως θα είναι και η πρώτη συνέντευξη που θα δώσεις ή πως θα είναι η διαφήμιση σε ένα περιοδικό. Μετά μπορεί να απογοητεύεσαι ή να σκέφτεσαι ποιος θα σε ακούσει. Όλα αυτά είναι τα όμορφα που σου μένουν από την αρχή, και στο τέλος αποκτάς και πέντε εμπειρίες. Στα 20 σου δεν έχεις τιποτα να χάσεις, όλα είναι πιθανά, και αυτό το καλό άγχος που υπάρχει τότε, βγαίνει τόσο παραγωγικά για να δημιουργηθεί κάτι όμορφο. Αν νιώθεις ότι έχεις κάτι να χάσεις, και υπάρχει μια ζωή πίσω, ίσως να μην κάνεις τα βήματα όπως τα θες. Αλλά όταν δεν έχεις να χάσεις τίποτα, και είσαι σε έναν εσωτερικό αναβρασμό, ο ενθουσιασμός σου θα σε οδηγήσει, έτσι ένιωθα μέχρι να κυλήσει το γκρουπ. Απελευθερώνεσαι!
-Μέσα από το πρώτο άλμπουμ, βλέπουμε το όνομα της μπάντας επηρεασμένο από άλμπουμ του Uli Jon Roth, μια διασκευή σε Scorpions αλλά και ένα αφιέρωμα στον Chuck Schuldiner. Ποιες ήταν οι επιρροές και τα ερεθίσματα που πήγασαν από μέσα σου για να γίνουν οι Firewind και σε πρώτη φάση το "Between Heaven And Hell";
Το background μου προέρχεται από το power metal των Rising Force, όλο αυτό το neoclassical ύφος του Yngwie Malmsteen δηλαδή, που υπάρχει και αισθητά στον πρώτο μας δίσκο σε σχέση με τους επόμενους. Εννοείται και οι Scorpions, τόσο από 70s όσο και από τα 80s, κυρίως λόγω κιθαριστών, και ήταν σπάνιο να βρεις κάποιον μικρό σε ηλικία να έχει ασχοληθεί και να έχει ψαχτεί με την εποχή του "Taken By Force", δύσκολα έβρισκες πιτσιρικά με παλιακά ακούσματα, και όχι να ασχολείται με τη mainstream περίοδο κάποιας μπάντας. Εννοείται μεταξύ άλλων έχω και πιο extreme ακούσματα, που λίγο πολύ με επηρέασαν μεταξύ άλλων σε όλη τη δισκογραφία μου, αλλά ο Chuck ήταν μεγάλη μου επιρροή, όχι τόσο σαν κιθαρίστας, όσο σαν συνθέτης με τις ιδέες του να μου αρέσουν και να με ιντριγκάρουν, έβρισκα στοιχεία του εαυτού μου δηλαδή. Το "End Of An Era" μάλιστα το έραψα τη μέρα του θανάτου του, και επειδή η Ιαπωνική δισκογραφική ήθελε ένα bonus track, είπα να βάλω αυτό το θεματάκι, ως αφιέρωμα, ενώ και τα riffs του "Warrior" σε αυτό το άλμπουμ είναι επηρεασμένα από τους Death, αφού ειδικά όταν άκουσα το "Sound Of Perseverance" με εξίταρε και πειραματιζόμουν με ήχους και θεματικές. Όταν είσαι και πιο μικρός, λειτουργείς σαν σφουγγάρι και παίρνεις ιδέες από παντού.
-Πριν το πρώτο βήμα των Firewind, η συνεργασία σου με τους Dream Evil, τους Mystic Prophecy και τους Nightrage έπαιξαν ρόλο για να σε ωθήσουν παραπάνω και με πιο ώριμο τρόπο στο όραμά σου;
Εννοείται, όλα έπαιξαν ρόλο, όλα ήταν εμπειρίες, έμαθα πάρα πολλά. Όπως είπα, είσαι σφουγγάρι σε τέτοια ηλικία, οπότε και με τον Μάριο Ηλιόπουλο, και με τον Δημήτρη Λιαπάκη αποκόμισα πάρα πολλά, ζήσαμε και εύκολα και δύσκολα, αντίστοιχα πιο επαγγελματικά και με τον Fredrik Nordstrom, όπου όλα κυλούσαν γρήγορα και απλά έβλεπα και έπαιρνα πράγματα. Αυτή ήταν η ζωή μου, αλλά το μεγαλύτερο σχολείο σε θέμα επαγγελματισμού και οργάνωσης ήταν όταν έπαιξα με τους Arch Enemy, που είδα να έχουν οργανωμένο management, δικό τους crew, δικό τους προβάδικο κι αυτοί απλά έβγαιναν και έπαιζαν. Ένα καλοκαίρι ήμουν μαζί τους, και με έβαλε σε έναν άλλον τρόπο σκέψης. Η απόλυτη επαγγελματική εμπειρία μέχρι τότε, πιο πριν ακόμα ψαχνόμουν. Δηλαδή τέτοια πράγματα τα ανακάλυψα πιο μετά, έχοντας βγάλει ήδη τους πρώτους δίσκους οι Firewind.
-Αλήθεια οι Arch Enemy σου έκαναν ποτέ πρόταση να κάτσεις μόνιμα;
Μου είχαν προτείνει να συνεχίσω μαζί τους την παγκόσμια περιοδεία, εκεί γύρω στο 2005. Mπορεί αν δεχόμουν να ερχόταν και άλλη πρόταση, δε ξέρω. Ξέρω πως τα παιδιά με συμπαθούσαν, όπως και εγώ τα συμπαθώ πολύ, και με τον Michael είμαστε πολύ καλοί φίλοι, απλώς είχα άλλα σχέδια.
-Άλλες προτάσεις υπήρξαν;
Κατά καιρούς έρχονταν πολλές είναι η αλήθεια. Θυμάμαι σε μια περιοδεία των Dream Evil με τους Kamelot στην Ιαπωνία, ο Thomas Youngblood μου'χε πει πως θα ήθελε έναν κιθαρίστα σαν εμένα στη μπάντα, δεν ήταν πρόταση, αλλά αν προχωρούσε η κουβέντα ίσως να γινόταν. Επίσης σε πιο extreme ήχους, μιλούσα κάποια στιγμή με το management των Children Of Bodom, και θυμάμαι να μου λένε πως σε μια μπάντα με τον Alexi Laiho και εμένα μέσα θα βγάζαμε πολλά λεφτά, χαχα. Αλλά ναι, εντάξει, δεν ήθελα να είμαι ο No.2 σε μια μπάντα, ήθελα να έχω τη δική μου και να εστιάσω εκεί.
-Αποκλειστικά με τους Firewind, οι δίσκοι της αρχής σου, εμφανώς διαφορετικοί, πιστεύεις πως έβαλαν το λιθαράκι τους για αυτό που είστε τώρα;
Εννοείται ρε συ, οι εμπειρίες που έχουν περάσει στη ζωή μας, μας κάνουν αυτό που είμαστε σήμερα. Όλα είναι όπως είπες λιθαράκια. Είναι τα stepping stones που με οδήγησαν μέσα από τη δουλειά, τις αλλαγές, τα θέλω, σε αυτό που είμαι εγώ και οι Firewind τώρα. Το κάθε τι σε οδηγεί σε ένα άλλο level. Το μεγαλύτερο για εμένα ήταν όταν μπήκα στον Ozzy, αλλά μέχρι τότε, αυτό που ενσωματώθηκε σε εμένα, ήταν κάθε τι που έκανα με τη μουσική μου. Αυτά έφτιαξαν τον δικό μου χαρακτήρα, και η δική μου μουσική με οδήγησε παρακάτω, ήταν μια δημιουργική σφαίρα που βασιζόμουν.
-Πολλοί καλλιτέχνες παρόλα αυτά μπορεί να πετάξουν μαύρη πέτρα πίσω τους για κάποιο άλμπουμ...
Συμβαίνει κι αυτό. Δε λέω πως και εμείς δεν περάσαμε δύσκολα ή δεν είχαμε σκαμπανεβάσματα. Πχ το "Days Of Defiance" σηματοδότησε μια δύσκολη περίοδο για το γκρουπ, ήμουν φρέσκος στη μπάντα του Ozzy, έτρεχα με την κυκλοφορία του "Scream" και τις περιοδείες, δεν ήμασταν εκ των πραγμάτων έτοιμοι για αυτό το άλμπουμ και μας πίεζε η Century Media να κυκλοφορήσει, ήθελαν να αρπάξουν τη φήμη που είχα από εκείνη την περίοδο, και εν τέλει κυκλοφόρησε ένας δίσκος μέσα στην αβεβαιότητα, περιέχοντας κομμάτια που θα μπορούσαν να έχουν καλύτερο παίξιμο, ή να έχουν μείνει έξω. Υπήρξε μια κοιλιά σίγουρα, αλλά δεν κράτησε πολύ και για κάτι που είμαι περήφανος στους Firewind είναι που είχαμε μια Α ποιότητα σε αυτό που έβγαινε. Αλλά σε όλους συμβαίνει κάτι να αρέσει περισσότερο ή λιγότερο, όταν έχεις κυκλοφορήσει 9-10 δίσκους λογικό είναι.
-H μουσική του Ozzy επηρέασε τους Firewind, είτε πριν ή μετά την προσάρτησή σου στη μπάντα του;
Και ο Ozzy και οι Black Sabbath ήταν πάντα από τους αγαπημένους μου. Εμένα με επηρέασε λίγο περισσότερο, την περίοδο που έπαιζα μαζί του, και μάλιστα κάπως τον καιρό που ετοιμάζαμε το "Few Against Many". που ήθελα να αμερικανοποιήσω τον ήχο της μπάντας. Πολλοί μου λένε ότι και οι δύο πρώτοι δίσκοι έφερναν στον ήχο και ίσως ευθυνόταν ο τραγουδιστής μας τότε, ενώ εδώ το έκανα κάπως πιο σύγχρονο. Βιώνοντας αυτόν τον ήχο, ήταν λογικό να θέλω να τον δοκιμάσω και με τη μπάντα μου, αλλά νομίζω, τώρα που έχει περάσει κι ο καιρός, ότι δεν έγινε το σωστό πάντρεμα με τις ιδέες του Apollo που ήταν πιο Ευρωπαϊκές, ενώ σε θέμα συνθέσεων γενικά νομίζω ήταν καλό, δεν πολυπέτυχε όπως θα ήθελα. Έχει πραγματικά καλές στιγμές, και πράγματα που ένωναν τις δύο μπάντες που συναναστρεφόμουν τότε. Μετά έγινε και ένα διάλειμμα, ξεκαθάρισα το μυαλό μου με τις σόλο δουλειές, και πήραμε ξανά ανάσα με το "Immortals". Γενικά νιώθω ότι τα δύο τελευταία άλμπουμ μας είναι από τα καλύτερα μας και πιο Firewind από ποτέ.
-Βλέπω γενικά στο "Immortals" σημεία που ανανέωσαν το κλασικό σας ύφος με το "Allegiance" και το "Premonition", αλλά και στο τελευταίο σας, στοιχεία που μοιάζουν αν ωρίμασαν αυτό το επιθετικό των δύο πρώτων δίσκων. Πώς το βλέπεις εσύ;
Το "Immortals" όντως έχει αυτό το επικό, μελωδικό trademark μας, το "Firewind" λίγο πολύ νομίζω ότι έχει στοιχεία από όλη μας την πορεία. Θα δεις επικά μέρη, δυνατές μπαλάντες, πιο AOR στοιχεία, αλλά δε θα διαφωνήσω ότι έχει και επιρροές από τα δύο πρώτα άλμπουμ, και λογικό από τη στιγμή που πάλι τα πλήκτρα είναι πιο ελαττωμένα σε σχέση με αυτά του Bob, έχουμε μια σύνθεση πιο κοντά στην πρώτη, και η φωνή του Ηerbie έχει αυτή την "αμερικανιά''. Προσωπικά το βλέπω σαν μια ένωση του "Allegiance" με τα δύο πρώτα.
-Το "Firewind" μαζί με όλα όσα ανέφερες για αυτό, το θεωρείς το πιο προσωπικό σου άλμπουμ αυτά τα 20 χρόνια;
Όταν έχεις περάσει τόσα αυτά τα 20 χρόνια, δημιουργείται ένας χαρακτήρας πιο ώριμος, καλλιεργείσαι μέσα από αυτό. Σίγουρα και με όσα συνέβησαν πριν την κυκλοφορία του δίσκου, και με τους ήχους που μπήκαν μέσα, και το "reboot" που ένιωσα, είναι ο πιο προσωπικός μου δίσκος. Πλέον υπάρχει επίσης και ένα πιο προσωπικό στυλ, δηλαδή υπήρχαν και στο πρώτο άλμπουμ πράγματα τα οποία εξελίχθηκαν, αλλά ήταν ακόμα σε πρώιμο επίπεδο, και λογικό δεν είναι; Ήταν ο δικός μου δίσκος όταν ήμουν 19 χρονών. χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση. Τώρα που είσαι σε φάση να έχεις κάνει πράγματα, συνεργασίες, ταξίδια, βγαίνει αλλιώς το απόσταγμα.
-Παρόλα αυτά το "Between Heaven And Hell", 20 χρόνια μετά πώς το βλέπεις;
Σίγουρα δεν είναι το masterpiece της μπάντας, αλλά έβγαλε αυτόν τον πηγαίο ενθουσιασμό, και δημιούργησε όσα ακολούθησαν μετά στους Firewind. Δηλαδή σκέψου το ηχογραφούσα στο δωμάτιο μου, στο σπίτι μου, νιώθω ότι έχει πολλά λάθη, πράγματα είναι εκτός φάσης, και η παραγωγή δεν είναι η καλύτερη, προφανώς και ίσως να ήταν αλλιώς με περισσότερη εμπειρία. Παρόλα αυτά έχει έναν old school χαρακτήρα και ηχητικά και ατμοσφαιρικά, νιώθω πως ακόμα κρατάει αυτή την τρουίλα χαχα.
-Καλλιτεχνικά πόσο διαφορετικός νομίζεις ότι είσαι πλέον;
Δε νομίζω να έχω αλλάξει πολύ, νιώθω ο ίδιος τύπος. Θέλω να πιστεύω πως έχω γίνει πιο σοφός, με εμπειρίες χαχα. Η κάψα μου για τη μουσική παραμένει η ίδια, δεν έχει αλλάξει αυτό. Δε μπορώ βέβαια να είμαι ο Κώστας που ήμουν στα 19-20, έχω ωριμάσει, αλλά μέσα μου ακόμα νιώθω τόσο, με περισσότερα βιώματα. Πάντα κυνηγάω τον στόχο, και ο πυρήνας μου μένει ίδιος.
-Μέσα σε αυτόν τον απολογισμό των 20 χρόνων, ποιον δίσκο θα έλεγες αγαπημένο, και σε ποια θέση θα έμπαινε ο πρώτος, ως ξεκίνημα όλων;
Δύσκολο ρε γαμώτο, χαχα. Κοίτα, νιώθω πως όλοι οι δίσκοι έχουν καλές στιγμές. Σίγουρα τα δύο τελευταία τα θεωρώ ως αγαπημένα μου, αν και ο κόσμος θεωρεί αγαπημένα του και ως καλύτερα τα "Allegiance" και "Premonition", που μας διαμόρφωσαν κιόλας. Δεν είναι τυχαίο πως αποτέλεσαν και τα πιο δοξασμένα χρόνια για εμάς, και έξω και στην Ελλάδα, που κάναμε και το "Live Premonition". Ήταν τότε που άνοιξε ο δρόμος, ίσως εμείς να τον ανοίξαμε και για άλλα παιδιά, και εκείνη την περίοδο είχα ένα αγαπημένο Line up με τον Apollo και τον Mark Cross, που έβλεπα πως θα πάει μπροστά, και ένιωθα πως έχω ένα supergroup που θα έκανε μεγάλα πράγματα, εκεί αφυπνίστηκε και η Century Media, είδε το potential της μπάντας και ότι είμαστε εδώ για τα επόμενα βήματα. Είδαμε ότι μπορούμε να γίνουμε international μπάντα, και έτσι έγινε. Αυτά έρχονται αμέσως μετά λοιπόν, για εμένα, και κάπου εκεί στη μέση θα έβαζα το "Between Heaven And Hell", και το "Burning Earth", μιας και είχαν τα φόντα για τη συνέχεια, μου αρέσουν σαν δίσκοι. Προς το τέλος ως λιγότερα αγαπημένα θα έβαζα τα "Days Of Defiance", "Few Against Many" και "Forged By Fire". Επί των πλείστων όμως έχω αγαπημένα κομμάτια μέσα σε όλους αυτούς του δίσκους.
-Τώρα από τα επετειακά live στην Ελλάδα τι να περιμένουμε;Σίγουρα θα είναι μια μεγάλη αναδρομή στο παρελθόν μας, αλλά θα βασιστούμε και στο νέο άλμπουμ, γιατί εδώ δεν το έχουμε παίξει καθόλου live, οπότε θα περιμένεις και εκεί μία μνεία. Θα παίξουμε πιο μεγάλο setlist και θα προκύψουν και κάποιες εκπλήξεις, θα το δούμε! Σίγουρα ανυπομονούμε για αυτό.
-Τέλος, το μέλλον των Firewind τι επιφυλάσσει;
Είμαστε έτοιμοι να ανακοινώσουμε μια μεγάλη περιοδεία, χωρίς να μπορώ να πω κάτι παραπάνω, ενώ παράλληλα ήδη δουλεύουμε καινούρια μουσική. Οπότε συνολικά στήνονται ωραία πράγματα για τη συνέχεια!
Γιάννης Χαρτζανιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου