Πάνω από δύο δεκαετίες παρουσίας στον χώρο, ο Μάριος Ηλιόπουλος τόσο με τους Exhumation του παρελθόντος, όσο και με τους αειθαλείς Nightrage έχει αφιερώσει τη ζωή του στον σκληρό ήχο, και ακόμα παραμένει πιστός οπαδός και αγνός ακόλουθος του metal. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά άλμπουμ που φέρουν την υπογραφή του, είναι το "Sweet Vengeance", το πρώτο του άλμπουμ έπειτα από την μετακόμιση του στη Σουηδία, το οποίο για πολλούς μύστες του death metal, φαντάζει μνημειώδες για το μελωδικό παρακλάδι του. Ο ίδιος ο κιθαρίστας θυμάται λεπτομέρειες από εκείνη την εποχή, 20 χρόνια πριν, τι του χάραξε τη μνήμη, ενώ δίνει και μερικά στοιχεία για όσα θα περιμένουμε από το νέο άλμπουμ των ίδιων των Nightrage και τις εμφανίσεις τους στη χώρα μας, στις 10 και 11 Μαρτίου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη αντίστοιχα.
Κοίτα, 20 χρόνια είναι όντως πολύς καιρός, αλλά είναι πολύ έντονο το συναίσθημα πως βρισκόμαστε ακόμα εδώ, με το "Sweet Vengeance" να δίνει το έναυσμα μας. Είναι τιμή μας που είχαμε βγάλει ένα τόσο δυνατό άλμπουμ, που ακόμα το θεωρώ σύγχρονο, καθόλου παρωχημένο, και μας βοήθησε για τη συνέχεια, ώστε να συνεχίζουμε τη μουσική μας κι όλα τα περαιτέρω, ενεργοί και δυνατοί. Υπάρχει έντονο το αίσθημα της νοσταλγίας με αυτό το άλμπουμ και τα κομμάτια που περιέχονται.
-Θεωρείς πως 20 χρόνια μετά, το "Sweet Vengeance", μουσικά, επηρέασε τη συνέχεια των Nightrage;
Σίγουρα έδωσε την ώθηση για όσα ακολούθησαν και που καταφέραμε να μπούμε στον χάρτη. Σκέψου ότι ήταν ο πρώτος δίσκος της μπάντας, ο πιο δύσκολος που κυκλοφόρησε, με εμένα να φτάνω στη Σουηδία χωρίς λεφτά και χωρίς δουλειά, και να κυνηγάω τον στόχο μου. Βέβαια η συγκυρία να έχω ένα τέτοιο line up στο πρώτο άλμπουμ, μαζί με τις ηχογραφήσεις στο studio Fredman και να κυκλοφορήσει από τη Century Media βοήθησε πολύ, και έδωσε ένα ιδιαίτερο feedback για την πορεία των Nightrage, και μας έδωσε φυσικά και την ώθηση για μετά και να προχωράμε μουσικά. Σαν δίσκος φυσικά έχει έναν μοναδικό χαρακτήρα, και με τους μουσικούς που συντέλεσαν δίπλα μου.
-Μια δισκογραφική σαν τη Century Media ειδικά εκείνη την εποχή βοήθησε στην αναγνώριση της μπάντας και στην προώθηση του ντεμπούτου σας;
Κοίτα, ήταν ανέλπιστο όλο αυτό. Εγώ απλώς είχα το όραμα, την όρεξη το πάθος, το όνειρο και πίστευα πολύ στις ιδέες των τραγουδιών μου. Ήταν κάτι που ταίριαζε στο μελωδικό death metal όπως το είχα στο μυαλό μου, και ήθελα να το κυνηγήσω όσο δεν πάει. Εννοείται έχοντας άτομα σαν τον Tomas Lindberg, που ακόμα και σήμερα είναι ήρωας μου σε αυτόν τον ήχο, δεν πιστεύεις ότι το ζεις και ξεκινάς έτσι, και του άρεσε πολύ ο τρόπος που έγραφα. Η Century Media από την αρχή πίστεψε σε εμάς και έδωσε ένα δυνατό boost, πόσο μάλλον σε μια νέα μπάντα σαν εμάς, όπου χωρίς καν touring πούλησε 30.000 αντίτυπα. Σκέψου τότε ήμασταν μια μπάντα χωρίς να ήμαστε μπάντα, ήμουν εγώ ως το original μέλος και μετά session μουσικοί και φίλοι. Δυνατό έναυσμα για όσα είχα και έκανα τότε, και η εταιρία κάτι είχε δει σε εμάς τότε.
-Πέρα από τον Gus G που ήσασταν από παλιά φίλοι στη Θεσσαλονίκη, τα υπόλοιπα μέλη πώς προέκυψαν για αυτό το line up;
Ε ναι, μετά με τον Lindberg να σου πω γνωριστήκαμε την περίοδο των Exhumation, τις περιόδους του "Dance Across The Past" και του "Traumaticon", όπου πηγαίναμε πάλι στη Σουηδία και τον Fredrik Nordstrom για τις ηχογραφήσεις. Σε πρώτη φάση τον γνώρισα ως fan των At The Gates, κι έπειτα όταν μετακόμισα μόνιμα στο Γκέτεμποργκ, τον συνάντησα τυχαία στον δρόμο, πιάσαμε την κουβέντα, του είπα για τους Nightrage κι αν ήθελε να περάσει να ακούσει τη μουσική μας, και γούσταρε, οπότε έπεσε η πρόταση να τραγουδήσει εκείνος στον δίσκο. Και για τα υπόλοιπα μέλη μετά βοήθησε ο Fredrik, και για τον Brice, και για τα guest του Tom Englund, και για τον Per Moller Jensen των The Hautnted στα τύμπανα. Τότε ήταν που στα Fredman ηχογραφούσαν το One Kill Wonder, παράλληλα με τους Nightrage, οπότε τα drums ήταν στημένα και έπαιξε και για εμάς.
-Η συγκυρία μιας νεοσύστατης μπάντας που κατέληξε supergroup έδωσε boost για την αναγνώρισή σας τότε προς τα έξω;
Η αλήθεια είναι πως τα supergroups συνήθως είναι μεγάλες παγίδες και βγάζουν πατάτες, κι έχει αποδειχθεί αρκετές φορές. Κοιτούν το όνομα κι όχι τη χημεία. Όπως είπες, σε εμάς ήταν συγκυρία. Απλώς έτυχε, και πήγε καλά, είχαμε τα κομμάτια μας, είχαμε μέλη που βρίσκονταν σε επαφή με τον ήχο, υπήρχε και επικοινωνία μεταξύ μας, οπότε ήρθε η χημεία για να βγει ο δίσκος με αυτό το αποτέλεσμα. Βοήθησε σίγουρα στην αναγνώριση μας, ειδικά στα πρώιμα στάδια που βγήκαμε από το τίποτα, αλλά η επιτυχία δεν αποτελεί μια μαγική συνταγή, θέλει αγώνα, θέλει και τύχη. Σε εμάς έδεσε πολύ καλά για τη γέννηση όλων αυτών.
-Με τα κομμάτια να προϋπάρχουν ήδη 3 χρόνια πριν την κυκλοφορία του δίσκου, γιατί άργησε να βγει επίσημα το "Sweet Vengeance";
Ήταν μια δύσκολη εποχή, σκέψου τέλη του 2000, κι έχοντας τα κομμάτια έτοιμα σε demo, φεύγω μόνιμα για τη Σουηδία, χωρίς λεφτά χωρίς δουλειά, ψάχνοντας να σταθώ στα πόδια μου, και παράλληλα όντας μόνος μου για αυτό το εγχείρημα. Οπότε όλα ήθελαν τον χρόνο τους και περνούσαν από το χέρι μου, μέχρι να φτάσουμε στη σειρά για να δημιουργηθεί επίσημα ο δίσκος. Όταν ξεκινάς κάτι νέο και είσαι μόνος με τόσα πράγματα να τρέχουν, και δεν έχεις μουσικούς σαν κανονικά μέλη, να βοηθούν όσο θα γινόταν υπό άλλες συνθήκες, φτάνεις σε αυτό το σημείο.
-Στην Ελλάδα πλέον το metal το βλέπεις να έχει αλλάξει και να έχει εξελιχθεί σε σχέση με 20-25 χρόνια πριν;
Σίγουρα έχει αλλάξει, με πολλές μπάντες, με τρομερές διαφορές και σε θέμα ήχου και σε θέμα νοοτροπίας, που κάνουν πολύ αξιόλογα βήματα. Οι μπάντες ψάχνονται πολύ, και πλέον τα σύνορα έχουν ανοίξει, δεν υπήρχαν οι ευκολίες που υπάρχουν τώρα, ανοίγοντας τα social media ή μια πλατφόρμα για να δεις τα πάντα. Τότε τα έκανες όλα μόνος σου και ψαχνόσουν μέχρι όσο μπορούσες. Είχε την περιπέτεια του, την αξία του. Δηλαδή ζώντας προσωπικά και σε προ ίντερνετ εποχές, και σε μετά ίντερνετ εποχές όπως τώρα, βλέπω πόσο αξίζει σαν εργαλείο, κάνοντας πολλά πράγματα τώρα και κυκλοφορώντας μουσική χωρίς να χρειαστεί να κουνήσεις βήμα από το σπίτι σου, και οι μπάντες της νέας γενιάς δε μπορούν να καταλάβουν πόσο τυχεροί είναι σε αυτό. Όλα αυτά έπειτα δημιουργούν επιρροή, αλλά με τόσες αμέτρητες μπάντες, φτάσαμε στην αμέτρητη πληροφορία. Από εκεί και πέρα, ό,τι και να γίνει, αν περιμένουν οι μπάντες να βγάλουν λεφτά από το metal έτσι εύκολα, δε θα γίνει, σημασία έχει να αγαπάς τη μουσική και τα υπόλοιπα να μη σε νοιάζουν.
-Βέβαια αυτή η περιπέτεια του τότε, δε δημιουργούσε μια εγρήγορση και έναν αγνό ρομαντισμό για το μουσικό όνειρο τότε, και μια νοσταλγία τώρα;
Είναι ανάλογα το άτομο, δε θα έλεγα πως το δικό μου παράδειγμα θα έπρεπε να το ακολουθήσουν όλοι. Αλλά πάντα ήμουν προσηλωμένος στον στόχο αυτό, στο μουσικό μου όραμα, και θεώρησα πως αυτό έπρεπε να κάνω για να προχωρήσω με τη μπάντα μου, το στυλ της, και να βρω τον δρόμο για την πορεία. Ο καθένας λειτουργεί όπως του βγαίνει, και το δικό μου εγχείρημα ήταν επικίνδυνο, άφησα το σπίτι μου, την οικογένειά μου, τη γειτονιά μου, τους φίλους μου, την ίδια μου τη χώρα για να κυνηγήσω το όνειρο μου. Εν τέλει μου βγήκε, και στην αρχή όπως τα κατάφερα και ανέβηκα τα πρώτα μονοπάτια, και συνέχισα και εξελίχθηκα αργότερα. Γενικά έμαθα πολλά από όσα έζησα, κράτησα την μπάντα σταθερή, γιατί την αγαπώ, και είναι αυτό που λέω, πως πάντα πρέπει να σηκώνεσαι στα στραβοπατήματα για να πας μπροστά και να φτάσεις εκεί που ήθελες.
-Με βάση αυτό, είπες ποτέ "παρατάω τους Nightrage";
Έχουν περάσει διάφορες τέτοιες σκέψεις, αλλά όχι πολλές. Περισσότερο έχει να κάνει με τις σκοτεινές σκέψεις που κάνεις και με ό,τι ups and down μπορεί να έρχονται ενίοτε. Πραγματικά νομίζω, ποτέ δε θα το έκανα και να τα παρατούσα. Η ιδιοσυγκρασία μου δεν είναι τέτοια για να τα παρατούσα στα αλήθεια, είναι περισσότερο παρωδικό όταν βλέπαμε κάποια δύσκολα πράγματα. Σε όλες τις μπάντες και σε όλους τους ανθρώπους συμβαίνει αυτό. Δεν είναι λούνα παρκ η φάση, ούτε εκδρομή του tour, γιατί πολλοί νομίζουν πως όταν μπαίνεις σε μια μπάντα βγάζεις λεφτά και είσαι διάσημος, και σε αγαπούν όλοι. Στην πραγματικότητα τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά που μπορεί να σε φέρουν σε κάποιο τέλμα. Είναι δύσκολο να τρέξεις μια μπάντα, αλλά αν έχεις τη δύναμη, το πάθος και τη διάθεση μπορείς να συνεχίσεις με όσες απαιτήσεις κι αν χρειάζονται.
-Με όσα έχεις βιώσει επί 20 χρόνια, βλέπεις διαφορές στους Nightrage του "Sweet Vengeance" με αυτούς του τώρα;
Δε νομίζω, προσωπικά είμαι ο ίδιος τύπος με τότε, ακόμα κουβαλάω τρέλα, ακόμα παθιάζομαι με την κιθάρα, το metal, τη μπάντα και τα βλέπω ακόμα πολύ αγνά χωρίς το βάρος της βιομηχανίας. Φυσικά οι Nightrage έχουν περάσει από διάφορες φάσεις κατά καιρούς, αλλά συνεχίζουν ακόμα στον ήχο που ξεκίνησαν και απλώς προσπαθούμε να προσαρμοζόμαστε και να κοιτάμε όλες τις πιθανότητες. Όλα αυτά τα χρόνια δράττουμε τις ευκαιρίες, και εκμεταλλευόμαστε ό,τι μας δίνεται. Έτσι συνεχίζουμε, και νομίζω πως και στα εύκολα και τα δύσκολα, δε πτοούμαστε τελικά, εξαρτάται βέβαια και από το μυαλό του καθενός.
-Το "Sweet Vengeance" το θεωρείς ένα Ελληνικό ή ένα Σουηδικό άλμπουμ;
Σαφώς είναι ελληνικό άλμπουμ. Τόσο η ιδέα όσο και οι συνθέσεις γεννήθηκαν στη Θεσσαλονίκη, είχε ελληνικά μυαλά μέσα, και απλώς μετά ήρθε να ηχογραφηθεί και να δράσει η μπάντα στη Σουηδία. Σίγουρα υπάρχει μια Σουηδική επιρροή και μέλη από εκεί, ακούγεται σαν ένα Σουηδικό γκρουπ, αλλά οι βάσεις προέρχονται από εδώ, πολύ πριν. Είμαι περήφανος για αυτό.
-Παρόλα αυτά, βλέπεις στοιχεία έντονα του Γκέτεμποργκ, ηχητικά και από τους "μπροστά" και από τους "πίσω", και για τα δικά μου αυτιά παραπέμπουν στους At The Gates του "Slaughter Of The Soul", τους πρώιμους Dark Tranquillity ή τους In Flames των δύο πρώτων δίσκων. Βλέπεις κοινά εσύ;
Τώρα μιλάς για μνημειώδεις μπάντες και δίσκους, που σίγουρα εδραίωσαν μια σκηνή, και είναι τιμή μου αν έστω και λίγο ακούγονται ή θυμίζουν αυτούς τους ήχους. Αν έχουμε βάλει ένα μικρό λιθαράκι σε αυτή τη σκηνή είναι μέγιστη τιμή, γιατί αναφερόμαστε σε μια σκηνή πολύ ιστορική για τον ακραίο ήχο, αυτό το Σουηδικό μελωδικό death metal. Γενικά ήμουν από παλιά fan των συγκροτημάτων, και όταν έχεις έναν Lindberg μέσα σε αυτό το άλμπουμ, είναι κάτι. Υπήρχαν άλλωστε κι επαφές με αυτές τις μπάντες τότε.
-Φυσικά και οι Exhumation είχαν στοιχεία από το Σουηδικό metal, πιστεύεις ότι άφησαν το στίγμα τους για τους Nightrage έπειτα;
Σίγουρα, γιατί και στους Exhumation ήμουν εγώ ο βασικός συνθέτης, και φυσικά όλα ξεκινούν όταν από το "Traumaticon" είχαμε τραγούδι που ονομαζόταν "Nightrage". Μπορεί οι ιδέες του "Sweet Vengeance" να ήταν καινούριες, αλλά σίγουρα είχαν ένα μετά-Exhumation αίσθημα. Ας πούμε ότι αποτέλεσε συνέχεια και εξέλιξη της προσπάθειας των Exhumation που δεν κατάφερε δυστυχώς να πάει πολύ μακριά. Οι Nightrage όμως κατάφεραν να ωριμάσουν και να αποδώσουν αυτό που είχα εξ αρχής σαν πλάνο στη μουσική, με όλες τις ιδέες και τη φιλοσοφία της μουσικής, κι αυτό συνέχισαν και προχώρησαν μετά.
-Για μια νέα μπάντα με μέλη που πήγαν από την Ελλάδα στη Σουηδία, υπήρξε δυσπιστία στο κοινό, ή όλα κύλησαν ομαλά σε αυτό;
Αυτόν τον προβληματισμό είχα κι εγώ στην αρχή. Αρχικά σκεφτόμουν "που πάω εγώ με όλους αυτούς;", έλεγα θα με πετάξουν σε κάποια λίμνη με πιράγχας, χαχα. Βέβαια ήμουν εγώ αρκετά προκατειλημμένος, γιατί στη Σουηδία το metal βρισκόταν σε άλλο επίπεδο και υπήρχε αρκετή ανοιχτομυαλιά. Γενικά η αντιμετώπιση ήταν σαν ίσος προς ίσο, και μπορούσαν να βοηθήσουν κάποιον που έβλεπαν παθιασμένο με όραμα και δίψα για μουσική. Σκέψου ο Nordstrom μας έδωσε δωρεάν το στούντιο του να ηχογραφήσουμε, του άρεσε η μουσική μας, ταίριαζε και με όσα έχει κάνει, επίσης μας βρήκε τα μέλη, μας προώθησε σε δισκογραφικές, ήταν μια εποχή που μας ήθελε μαζί με τη Century Media και η Nuclear Blast. Ένιωσα πως παίζουμε καλή μπάλα εκεί πέρα, και ήταν σαν να ανήκαμε εκεί. Εκεί άνοιξε ένας νέος κόσμος και σε έκριναν για την αξία σου, όχι για την εθνικότητά σου. Έπαιξε μεγάλο ρόλο αυτό και για τον πρώτο δίσκο, για τα άλλα οχτώ έπειτα. Αισίως με όσα έχουμε μάθει, κι έχουμε κάνει φτάνουμε στο δέκατο άλμπουμ.
-Σχετικά με αυτό το δέκατο άλμπουμ, είδα ότι είναι ο πρώτος δίσκος των Nightrage που θα ηχογραφηθεί εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα έτσι;
Προσωπικά είναι ο πρώτος δίσκος που ηχογραφώ γενικά στην Ελλάδα εξ ολοκλήρου, συν τη μίξη και το mastering. Ακόμα και με τους Exhumation δεν είχε συμβεί αυτό. Ηχογραφούμε το άλμπουμ στο studio του φίλου μου του Φώτη Benardo, (σσ μεταξύ άλλων και πρώην μέλος των Nightrage), στα Devasoundz Studios, με τον Γιώργο Νεραντζή έπειτα στο mastering, ο οποίος έχει επίσης ένα βιογραφικό και σε εμάς αλλά και με τους Dark Funeral και τον Abbath. Θα είναι μια καινοτομία για εμάς τώρα.
-Από αυτό το νέο άλμπουμ τι να περιμένουμε;
Θα είναι ένας δίσκος των Nightrage ένα level παραπέρα. Θα έχει όλα τα κλασικά στοιχεία που μας έχουν φτιάξει, αλλά και στοιχεία πιο νέα, σαν έκπληξη για τον άλλον, που δεν έχει συνηθίσει ο κόσμος από εμάς. Έχουμε σε demo μορφή ήδη 11 κομμάτια, και νομίζω θα είναι ό,τι πιο ιδιαίτερο και καλό έχουμε κάνει ποτέ. Νιώθω ήδη πως θα κάνει τη διαφορά, αλλά αυτό ύστερα θα το κρίνει και ο κόσμος.
-Η επιστροφή σου έπειτα από πολλά χρόνια ξανά στην Ελλάδα, νιώθεις πως άλλαξε τον τρόπο σκέψης σου και όσον αφορά τη μουσική των Nightrage;
Ναι αμέ, σίγουρα. Έχω μια μπάντα με πολύ καλή επαφή και χημεία. Νιώθω πολύ χαρούμενος και που βρίσκομαι ξανά εδώ και που έχω καλά άτομα στη μπάντα, υπάρχει χημεία εδώ και ήδη μερικά χρόνια, και ξέρω πως όπου κι αν βρισκόμουν τώρα, νιώθω ότι θα μπορούσα να τρέξω τους Nightrage ακριβώς με τον τρόπο που θέλω. Το ίντερνετ έχει βοηθήσει πολύ να γεφυρώνει τις αποστάσεις, και μένει πλέον μόνο η θέληση και η αγάπη.
-Σκέψου αυτό να γινόταν πριν 20 χρόνια...
Θα ήταν πολύ πιο δύσκολο και δε θα ήξερες που θα πήγαινε. Από μόνη της η απόσταση είναι πρόβλημα, σκέψου και χωρίς ίντερνετ ή οποιαδήποτε άμεση επικοινωνία ,να θέλεις να κάνεις τη δουλειά σου σε ένα συγκρότημα. Όλα γίνονται όμως, έχει επαληθευτεί αυτό, μόνο ένας τεμπέλης θα βρει από παντού προβλήματα. Αν θες πραγματικά να κάνεις κάτι και ξέρεις ότι θες να γίνει δε θα υπάρχει πουθενά πρόβλημα, όσα εμπόδια κι αν δεις. Η άκρη βρίσκεται με όποιον τρόπο.
-Πλέον, λίγες εβδομάδες πριν τις εμφανίσεις σας στην Ελλάδα, τι να περιμένουμε;
Να περιμένετε δύο πολύ δυνατά shows, δυναμικές εμφανίσεις, και είμαστε πολύ χαρούμενοι που επιστρέφουμε στη χώρα μας. Είναι μεγάλη μου χαρά και τιμή που θα μας συνοδεύσουν και οι Sarissa, μια θρυλική μπάντα για το ελληνικό heavy metal, που αποτέλεσαν προσωπική μου επιλογή κιόλας. Μεγάλωσα μαζί τους και θα έχει έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα αφού θα παίξουν προς τιμήν του Δημήτρη Σελαλμαζίδη που έχει φύγει από κοντά μας, Μαζί θα έχουμε και δύο ανερχόμενες μπάντες, του Aetherian στην Αθήνα και τους Psyanide στη Θεσσαλονίκη. Ανυπομονούμε για αυτό!
Τέλος, το μελωδικό death metal σήμερα πώς το βλέπεις;
Νομίζω έχει κάνει ένα comeback τα τελευταία χρόνια, ειδικά στη Σουηδία βλέπεις στοιχεία άλλων εποχών. Από τη μία έχεις τους The Halo Effect να παίζουν το παλιό μελωδικό death metal με τα παλιά μέλη των In Flames και τον Mikael Stanne, και τώρα τους In Flames με το Foregone, που θυμήθηκαν λίγο τα παλιά τους, όχι τελείως βέβαια, αλλά έβαλαν ξανά στοιχεία από τότε. Υπάρχει ακόμα μέλλον στον ήχο.
Γιάννης Χαρτζανιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου