Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2025

Remina στο Metal View: H αιώνια αναζήτηση είναι αυτό που κρατάει την ψυχή ζωντανή

Οι Remina θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως το παιδί που ο Mike Lamb των Sojourner με την Heike Langhans (:LOR3L3I:, ex-Draconian) πάντα ήθελαν. Ένα αμάλγαμα σκότους και μαγείας, μέσα στο αχανές σύμπαν. Τόσο στην ατμόσφαιρα όσο και στον ήχο τους, αυτό το vibe εμφανίζεται έντονα και στο νέο τους άλμπουμ "The Silver Sea", όπου το doom metal είναι μόνο η βάση για ένα μελωδικό και πολυσύνθετο ταξίδι. Εξίσου σύνθετες προσωπικότητες είναι και οι δύο ιθύνοντες, όπου μιλούν στο Metal View τόσο για το νέο τους δισκογραφικό βήμα, όσο και για τα πολλά πλαίσια της αναζήτησης.

-Πρώτα απ’ όλα, τα νέα σας τραγούδια έχουν μια διαφορετική προσέγγιση σε σχέση με τα προηγούμενα άλμπουμ, και νομίζω πως κάθε άλμπουμ σας είναι ένα βήμα πιο πέρα από το προηγούμενο. Θέλετε πάντα να εξερευνάτε τις διαφορετικές αποχρώσεις ή μορφές του σκοταδιού;

Mike: Νομίζω πως αυτή τη φορά, ειδικά, επηρεαστήκαμε πολύ από το γεγονός ότι παίξαμε ζωντανά. Μετά το τελευταίο άλμπουμ το 2023, σχηματίσαμε μια live μπάντα. Μαζί μας ήρθαν τα παιδιά, ο Mauro, ο Ricardo και ο Giovanni. Μας βοήθησαν να φέρουμε τη μουσική μας στη σκηνή, και νομίζω πως αυτό μας έκανε να θέλουμε να γράψουμε ένα άλμπουμ που να έχει περισσότερη από αυτή την ενέργεια που βιώσαμε στις ζωντανές εμφανίσεις.

Heike: Ναι, γιατί το πρώτο άλμπουμ δεν γράφτηκε ποτέ με την ιδέα να παιχτεί ζωντανά. Οπότε κάποιες στιγμές νομίζω πως του έλειπε λίγη ενέργεια στη σκηνή. Αλλά αυτό το άλμπουμ, από την αρχή μέχρι το τέλος, έχει πολύ περισσότερη από αυτή την ενέργεια, ναι.

M: Ναι, σίγουρα. Έχει περισσότερο «vibe». Αλλά δεν θέλαμε να χάσουμε το σκοτάδι. Και τα νέα στοιχεία. Προσπαθήσαμε να ισορροπήσουμε ανάμεσα στα δύο, και είμαστε πολύ περήφανοι για το νέο άλμπουμ. Νομίζω πως είναι ακριβώς αυτό που θέλουμε να είμαστε αυτή τη στιγμή. Space saga, ναι.

-Τα δύο πρώτα σας τραγούδια είναι αρκετά ατμοσφαιρικά, με αργό ρυθμό, και η «βαρύτητά» τους βρίσκεται κυρίως στην ατμόσφαιρα και όχι τόσο στον ίδιο τον ήχο τους. Πώς αποφασίσατε αυτή την προσέγγιση και αν όλο το άλμπουμ ακολουθεί αυτή την κατεύθυνση;

H: Νομίζω πως το άλμπουμ έχει αρκετή ποικιλία. Υπάρχουν και πιο γρήγορα κομμάτια — χωρίς να αποκαλύψω πολλά αλλά πιστεύω πως κάποιοι θα εκπλαγούν. Σε σύγκριση με την προηγούμενη κυκλοφορία, θέλαμε να κάνουμε κάτι πιο ζωηρό, πιο ενεργητικό, για να ταιριάξει και με το θέμα. Δεν ξέρω αν ήταν συνειδητή απόφαση, μάλλον περισσότερο διασκέδαση. Γιατί, αφού βγάλεις το πρώτο άλμπουμ, δεν θέλεις απλώς να επαναλάβεις αυτό που ήδη έκανες. Οπότε πειραματιστήκαμε και περάσαμε καλά με αυτό.

M: Και όσον αφορά τη «βαρύτητα», ποτέ δεν αντιμετωπίζουμε τις κιθάρες σαν ένα «σφυροκόπημα» ή ένα βαρύ στοιχείο. Δεν πρόκειται για doom με την παραδοσιακή έννοια. Τις χρησιμοποιούμε περισσότερο ως ατμοσφαιρικό στοιχείο. Και νομίζω πως κάποιοι, ίσως προς απογοήτευσή τους, έχουν πει ότι οι κιθάρες ακούγονται «λεπτές» ή μπερδεύονται με το υπόβαθρο. Αλλά αυτό είναι που επιδιώκουμε. Δεν θέλουμε να είμαστε βαρείς με την παραδοσιακή doom έννοια. Γράφουμε τα πάντα σαν ένα σκηνικό, κυρίως για τη φωνή της Heike.

H: Ναι, και επίσης, επειδή έχουμε πολλά synth και ηλεκτρονικά στοιχεία και στρώσεις, όσο περισσότερα προσθέτεις, τόσο πιο γεμάτος γίνεται ο ηχητικός χώρος. Έτσι, οι κιθάρες «υποφέρουν» λίγο από αυτό. Αλλά νομίζω πως με το νέο άλμπουμ δώσαμε περισσότερη προσοχή στις κιθάρες και λιγότερο στα ηλεκτρονικά.

-Αν και έχετε αυτά τα ηλεκτρονικά και synth στοιχεία που είναι μακριά από τον παραδοσιακό doom ήχο, πιστεύετε ότι αυτή η προσέγγιση και αυτό το ύφος πάνε ένα βήμα παραπέρα αυτό το ιδιίωμα; Νιώθετε ότι το doom metal συνεχίζεται με κάποιον τρόπο στη νέα γενιά;

Η: Ναι, σίγουρα. Δεν μπορούμε να το αποφύγουμε, γιατί και οι δύο αγαπάμε την ηλεκτρονική μουσική όσο και το metal. Και νομίζω πως θέλουμε να φτιάχνουμε μουσική που κι εμείς οι ίδιοι θα θέλαμε να ακούσουμε. Όχι απλώς κάτι που πιστεύουμε ότι θα ταίριαζε στη «σκηνή» ή κάτι που όλοι περιμένουν να ακούσουν. Θέλουμε να προσφέρουμε κάτι μοναδικό και κάτι που θεωρούμε εμπνευσμένο.

Μ: Ναι, και είμαστε και οι δύο φαν του metal, του Darkwave, της παραδοσιακής goth και synthy goth σκηνής, αλλά και σύγχρονων συγκροτημάτων όπως οι Health, καθώς και  industrial κ.λπ.

-Και είναι πολύ ωραίο, γιατί με αυτό το είδος πειραματισμού και με τα νέα στοιχεία που φέρνετε, ανοίγετε τα μυαλά των παραδοσιακών μεταλλάδων. Γιατί, μέσα σε αυτό το σκοτάδι, μπορώ να διακρίνω πολλά πράγματα π, για παράδειγμα, ακούω ένα riff τύπου Candlemass ή κάτι παρόμοιο. Και ταυτόχρονα, έναν ήχο που θυμίζει Joy Division ή τα πλήκτρα των Depeche Mode και τέτοια στοιχεία. Οπότε, ναι, είναι πολύ ωραία αυτού του είδους ένωση...

Η: Ναι, σίγουρα αγαπάμε τον παλιό κόσμο και οτιδήποτε έχει να κάνει με τη βικτωριανή αισθητική. Αλλά ταυτόχρονα είμαστε και λάτρεις της επιστημονικής φαντασίας, και η ηλεκτρονική μουσική ταιριάζει πολύ καλά με τα soundtrack επιστημονικής φαντασίας. Οπότε είναι ένας ωραίος συνδυασμός του παλιού και του νέου.

Μ: Ναι, έπεσες μέσα απολύτως. Είναι η τέλεια σύγκριση. Και φυσικά, είμαστε τεράστιοι φαν του old school doom, όπως οι Candlemass, και συγκροτήματα όπως οι My Dying Bride, Mourning Beloveth, μέχρι και πιο σύγχρονα όπως οι Swallow the Sun, Draconian φυσικά, ναι. Και βέβαια, όλες αυτές οι μπάντες όπως οι Depeche Mode, The Cure κ.λπ. Θέλουμε να κινηθούμε δηλαδή και με λίγη δόση darkwave.

-Τέλεια. Λοιπόν, σχετικά με το nerd κομμάτι σας, φαίνεται κι από το όνομά σας, αλλά θα κάνω μια ερώτηση γι’ αυτό στη συνέχεια. Το νέο σας άλμπουμ λέγεται The Silver Sea. Ποια είναι αυτή η «Ασημένια Θάλασσα»;

Η: Λοιπόν, αρχικά δεν μου αρέσει πάντα να καθοδηγώ την ερμηνεία των ακροατών, γιατί θέλω ο κόσμος να ακούει τη μουσική, να προσέχει τους στίχους και να τους ερμηνεύει με τον δικό του τρόπο. Αλλά η Silver Sea είναι, αν τη σκεφτείς σαν ένα πεδίο συντριμμιών μετά από μια διαστημική μάχη — σιωπηλό, απέραντο και σκοτεινό — με κομμάτια από ασημένιο μέταλλο και αστέρια διασκορπισμένα παντού. Αυτή είναι η μία πλευρά. Η άλλη πλευρά είναι πιο ανθρώπινη· ήρεμη, ασημένια, γαλήνια. Μια αίσθηση σιωπής και γαλήνης, που μπορείς να νιώσεις μέσα σε ένα τέτοιο διαστημικό τοπίο, όσο ανησυχητικό κι αν είναι. Αυτή είναι η μία όψη. Υπάρχουν και άλλες σημασίες, αλλά προτιμώ να το αφήσω ανοιχτό στην ερμηνεία του καθενός.

Μ: Και φυσικά, υπάρχουν και μερικές μικρές «νύξεις» εδώ κι εκεί. Δηλαδή, αν κάποιος δει τη λίστα των κομματιών, με την πρώτη ματιά θα καταλάβει τι υπονοεί το πρώτο τραγούδι.

Η: Δεν θα το αποκαλύψουμε, γιατί όποιος ξέρει θα καταλάβει αμέσως για ποιο πράγμα πρόκειται.

Μ: Μας αρέσει να υφαίνουμε μικρές λεπτομέρειες. Και σε αυτό το άλμπουμ ειδικά, η Hiker δούλεψε πολύ πάνω στα θέματα και είναι πραγματικά εντυπωσιακό.

Η: Ο όρος “silence in the silver sea” μου είχε έρθει στο μυαλό πριν από πολλά χρόνια. Ήταν μια συννεφιασμένη μέρα, βρισκόμουν μέσα στο νερό με ένα καγιάκ και επικρατούσε απόλυτη ησυχία — χωρίς άνεμο, απόλυτη γαλήνη. Το νερό έμοιαζε μεταλλικό, σαν ασημί. Κι αυτή η εικόνα, της «σιωπής μέσα στην ασημένια θάλασσα», μου έμεινε στο μυαλό για πάντα. Είναι ωραίο που επιτέλους βρήκε τον δρόμο της προς το φως.

-Προσωπικά, όταν είδα τον τίτλο The Silver Sea, μου ήρθε στο μυαλό κάτι πιο κοσμικό, πιο «διαστημικό». Δηλαδή, το λαμπύρισμα του ασημιού των άστρων μέσα σε μια τεράστια κοσμική θάλασσα. Και το εξώφυλλο του άλμπουμ επίσης. Μου θύμισε λίγο τους κοσμικούς τάφους που περιγράφει ο Lovecraft στα βιβλία του.

Η: Το εξώφυλλο έχει σίγουρα τη δική του σημασία γύρω από τη Silver Sea, και αποτελεί επίσης μια μικρή αναφορά προς το πού κατευθυνόμαστε στη συνέχεια, θεματικά — προς την εξερεύνηση του διαστήματος. Δίνει την αίσθηση ενός άγνωστου, κοσμικού τρόμου, μιας ανείπωτης φρίκης, αλλά και μιας θάλασσας φτιαγμένης από υδράργυρο σε έναν άγνωστο πλανήτη, με παράξενες δομές και τοπία.

-Το νέο σας άλμπουμ έχει δύο εξαιρετικές συνεργασίες, δύο μεγάλες guest εμφανίσεις, συγκεκριμένα με τον Tony Dunn και τον Mick Moss, των Antimatter! Πώς αποφασίσατε να συνεργαστείτε με αυτούς τους δύο;

Μ: Είμαστε και οι δύο φαν των Antimatter εδώ και πολλά χρόνια. Αγαπάμε τη μουσική τους και τη δουλειά του Mick. Παίξαμε μαζί τους στη Ρουμανία το 2023.

Η: Ναι, και αμέσως γίναμε φίλοι. Επειδή οι περισσότεροι από την μπάντα είναι Άγγλοι, υπάρχει αυτό το κοινό χιούμορ... Νότιος Αφρική, Νέα Ζηλανδία, Αγγλία...  οπότε ταιριάξαμε αμέσως. Περάσαμε υπέροχα στα παρασκήνια, γίναμε φίλοι φυσικά. Αυτοί είδαν το δικό μας live, εμείς το δικό τους, και όλα κύλησαν φυσικά.

Μ: Είναι φανταστικά παιδιά, ολόκληρη η μπάντα. Και όσο για τον Tony, παίξαμε το πρώτο μας live με τους Sojourner το 2018, μαζί με τον Sayle, που ήταν τότε στην μπάντα. Έκτοτε είμαι φίλος με τον Tony εδώ και χρόνια, και έχω κάνει την παραγωγή σε όλα τα άλμπουμ των Saor του μέχρι τώρα — μάλλον το πρόφερα λάθος, συγγνώμη Tony, είναι σκωτσέζικη λέξη! Αλλά ναι, η μπάντα του είναι φανταστική.

Η: Και η φωνή του… την πρώτη φορά που τον άκουσα, είπα «ουάου, αυτός ο τύπος έχει απίστευτη φωνή». Είναι τόσο μοναδική, τόσο δυνατή. Έπρεπε να τον έχουμε σε ένα τραγούδι. Και το κομμάτι στο οποίο συμμετέχει είναι τέλειο για τη φωνή του. Όταν έγραφα τους στίχους, ειλικρινά, θα ήθελα να το τραγουδήσει ολόκληρο αυτός, γιατί του ταιριάζει απόλυτα. Αλλά ναι, νομίζω πως το αποτέλεσμα βγήκε εξαιρετικό.

-Πιστεύετε ότι η ανθρώπινη ψυχή και το εξώτερο σύμπαν έχουν κάτι κοινό; Νομίζω ότι μοιάζουμε με κάποιον τρόπο, είμαστε φτιαγμένοι από το ίδιο «υλικό».

Η: Νομίζω ότι όλα είναι μέρος μιας μεγαλύτερης αρχής. Το ένα είναι το μακρόκοσμο και το άλλο το μικρόκοσμο, αλλά το ένα είναι στην ουσία μια μικροσκοπική έκφραση του άλλου. Είναι σαν να είμαστε το σύμπαν. Ίσως το μοναδικό πράγμα μέσα μας που εκφράζει πραγματικά το σύμπαν να είναι η ψυχή. Το λέω αυτό σαν να το ξέρω, αλλά φυσικά δεν το ξέρω, δεν μπορούμε ποτέ να το ξέρουμε. Μπορούμε μόνο να ονειρευόμαστε και να πιστεύουμε.

Μ: Και μας αρέσει να επικεντρωνόμαστε στην ανθρωπότητα, στους ανθρώπους μέσα σε ένα κοσμικό πλαίσιο. Γιατί, ξέρεις, το διάστημα είναι τεράστιο, εκπληκτικό και ασύλληπτα μεγάλο. Αλλά είναι και ψυχρό, άδειο, και άνευ νοήματος χωρίς τους ανθρώπους μέσα σε αυτό.

Η: Η ψυχή είναι αυτή που δίνει νόημα σε αυτή την απεραντοσύνη. Είναι η μικρή σπίθα του νοήματος — και εξαρτάται από εμάς τι θα κάνουμε με αυτήν, μέσα σε αυτό το αχανές σύμπαν. Ναι. Εκεί όπου είμαστε τόσο ασήμαντοι, η ψυχή είναι το μόνο πράγμα που μας δίνει σημασία.

Μ: Και η μεγαλύτερη διαφορά, νομίζω, είναι ότι το διάστημα, το εξώτερο σύμπαν, είναι τόσο σημαντικό αντίθετα από την ανθρώπινη ψυχή... ή μάλλον, όχι μόνο την ψυχή, αλλά ολόκληρο το ανθρώπινο ον. Ναι. Και αυτή η αναζήτηση νομίζω ότι το ένα συμπληρώνει το άλλο. Είναι σαν το γιν και γιανγκ, κατά κάποιο τρόπο.

Η: Ακριβώς. Δεν νομίζω πως θα υπήρχαμε αν δεν υπήρχε αυτή η λαχτάρα, αυτό το όνειρο να μάθουμε τι υπάρχει εκεί έξω, αν μπορούμε ποτέ να το φτάσουμε, αν μπορούμε ποτέ να έχουμε απαντήσεις. Νομίζω ότι αυτή η αναζήτηση είναι κι αυτό που κρατάει την ψυχή ζωντανή.

-Λοιπόν, σχετικά με το όνομα σας, μιας και αναφερθήκαμε λίγο πιο πριν, προέρχεται από το Hellstar Remina του Junji Ito. Θα ήθελα να ρωτήσω... με αυτό το όνομα, θέλατε να αντικατοπτρίσετε το σκοτεινό και κοσμικό στοιχείο που έχετε ως μπάντα;

Μ: Ναι. Είμαστε φαν του Junji Ito εδώ και πολλά χρόνια. Έχουμε διαβάσει τα πάντα, κατέχουμε οτιδήποτε έχει κυκλοφορήσει. Είμαστε τεράστιοι φαν. Και, όπως είπε η Heike, πράγματι κινούμαστε προς μια πιο κοσμική, πιο horror αισθητική, κάτι που να αντικατοπτρίζει, ίσως, το Hellstar Remina.

Η: Ναι, αλλά δεν θέλαμε να είναι κάτι υπερβολικά προφανές από την αρχή, γιατί τότε θα καταντούσαμε «θεματική μπάντα». Όσο όμως προχωράμε, τόσο περισσότερο αυτή η αισθητική, αυτή η σκοτεινή και κοσμική αίσθηση, αρχίζει να εισχωρεί φυσικά στη μουσική μας αργά και σταθερά.

Μ: Αλλά ταυτόχρονα, δεν πρόκειται να πάμε πλήρως προς το cosmic horror. Υπάρχουν ήδη τόσες πολλές μπάντες που το κάνουν αυτό. Και δεν θέλουμε να το κάνουμε απλώς για να το κάνουμε.

Η: Ακριβώς. Πειραματιζόμαστε. Αν κάτι μας φαίνεται φυσικό, το κάνουμε. Και έχουμε ήδη μερικές ιδέες προς αυτή την κατεύθυνση.

-Αν μπορώ να κάνω ένα σχόλιο πάνω σε αυτό, είναι πολύ καινοτόμο που πήρατε ένα όνομα από έναν τίτλο manga, και όχι από κάτι Lovecraftικό...

Μ: Ακριβώς,  όχι κάτι από τους μύθους του Κθούλου. Αλλά, ναι, νομίζω ότι και τα δύο πράγματα είναι παρόμοια. Ο Junji Ito έχει μια Lovecraftική αύρα στις ιστορίες του.

-Μουσικά μιλώντας για το Silver Sea, μπορώ να πω ότι όλη η ατμόσφαιρα και το σκοτάδι είναι πολύ «βαριά», πολύ έντονα και στοχευμένα. Είναι κάτι που συναντάται και στα άλλα σας άλμπουμ, τόσο στο ντεμπούτο όσο και στο EP. Και οι δύο έχετε ένα μεγάλο παρελθόν με μπάντες όπως οι Draconian, Sojourner κ.ά. Πιστεύετε ότι αυτό το «σκοτεινό» και «ακραίο» παρελθόν σας επηρέασε στη δημιουργία των Remina;

Η: Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ έτσι. Νομίζω πως έρχεται αυτόματα. Έμαθα πολλά μέσα από τις εμπειρίες μου. Κάποιες φορές ένιωσα σαν να με πέταξαν κατευθείαν στα βαθιά. Ξεκίνησα κάνοντας solo πράγματα και παίζοντας σε μια μικρή τοπική μπάντα, και ξαφνικά βρέθηκα σε ένα πολύ πιο επαγγελματικό περιβάλλον. Έμαθα πάρα πολλά πολύ γρήγορα, και θα είμαι πάντα ευγνώμων γι’ αυτό. Παίρνω αυτή τη γνώση μαζί μου και την εφαρμόζω με τον δικό μου τρόπο. Αλλά δεν ξέρω αν μπορώ να πω ότι υπήρξε μια «σκοτεινή επιρροή» που το καθόρισε. Νομίζω ότι έχει να κάνει περισσότερο με τη θέληση και τη διάθεση να κάνουμε αυτό που θέλουμε, ανεξάρτητα από το παρελθόν, τις συνήθειες ή όσα έχουμε διδαχτεί. Πάντα προχωράμε μπροστά. Δεν το είχα σκεφτεί πολύ — εσύ;

Μ: Ναι, συμφωνώ. Είμαστε πολύ παρόμοιοι. Όταν γνωριστήκαμε, καταλάβαμε πόσο ίδιο τρόπο σκέψης έχουμε. Και επειδή οι Remina είμαστε μόνο οι δυο μας, μπορούμε να εξερευνήσουμε πράγματα που δεν μπορούμε στις άλλες μπάντες. Για παράδειγμα, στους Sojourner, που είναι πιο black metal, δεν μπορώ να εκφράσω την αγάπη μου για τα synths. Κι οι δύο αγαπάμε πολύ τη synth μουσική και έχουμε μεγάλες επιρροές από τη δεκαετία του ’80 και του ’90, αλλά σε κάποια σημεία φαίνεται αυτό που λες.

Η: Κι εγώ ενθουσιάστηκα με το ότι μπορούσα να γράφω περισσότερο και να συμμετέχω πλήρως στη δημιουργική διαδικασία. Στους Draconian, ο ρόλος μου ήταν κυρίως ως τραγουδίστρια· έγραφα κάποιους στίχους και τις φωνητικές μελωδίες μου, αλλά εδώ μπορώ να γράφω μουσική, στίχους — ό,τι θέλω. Και το απολαμβάνω απόλυτα. Οπότε, νομίζω ότι δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη επιρροή από το παρελθόν. Κοιτάμε πάντα μπροστά. Πάντα προχωράμε.

-Σίγουρα βρίσκεστε σε ένα επόμενο βήμα της πορείας σας. Ακόμα και η φωνή της Heike μου θυμίζει λίγο την ατμόσφαιρα και την αύρα των :LOR3L3I:, αλλά με έναν πιο «βαρύ» τόνο. Νομίζετε ότι ήρθε η στιγμή να εξερευνήσετε περισσότερα πράγματα, να προχωρήσετε παραπέρα;

Η: Αυτό είναι πολύ αληθινό. Είναι σαν να επιστρέφω στις ρίζες μου, κατά κάποιο τρόπο. Πάντα ήθελα να έχω ένα project ή μια μπάντα που να είναι η metal εκδοχή αυτού που δεν μπόρεσα να κάνω ως :LOR3L3I:. Εκεί ήταν όλα ηλεκτρονικά. Και είναι αστείο, γιατί είχα λάβει ένα email από κάποιον που έλεγε: «Σε άκουσα στους Draconian και τώρα σε άκουσα στο καινούργιο σου project — ακούγεσαι τελείως διαφορετικά! Γιατί τραγουδάς αλλιώς;» Και του απάντησα: «Ορίστε, δες τα παλιότερά μου πράγματα — πάντα αυτό έκανα». Απλώς στους Draconian η μουσική, το τονικό ύψος, οι κλίμακες, όλα αυτά με οδηγούσαν να τραγουδώ διαφορετικά. Ήταν άλλο εύρος, άλλη ατμόσφαιρα. Και φυσικά, ο ήχος εκεί είναι διαφορετικά μιξαρισμένος. Οπότε ναι, τώρα νιώθω ότι έχω επιστρέψει περισσότερο σε αυτό που μου είναι πιο φυσικό.

-Τέλος, ποιο είναι το επόμενο βήμα για τους Remina;

Μ: Μετά την κυκλοφορία αυτού του δίσκου, μιλάμε ήδη με κάποιους ανθρώπους για το ενδεχόμενο να κάνουμε μία ή δύο εμφανίσεις στην Ευρώπη του χρόνου. Δεν είναι τίποτα επιβεβαιωμένο ακόμα, αλλά το συζητάμε. Και χωρίς να αποκαλύψουμε πολλά, έχουμε σχέδια για μερικές μικρότερες κυκλοφορίες, πιο ατμοσφαιρικές, καθαρά doom, σκοτεινές, ως μια παράλληλη εξερεύνηση. Όχι ως κύριο άλμπουμ, αλλά σαν ένα πειραματικό βήμα.

Η: Μας αρέσει πολύ να κάνουμε EPs ανάμεσα στα μεγάλα άλμπουμ. Μας δίνουν την ευκαιρία να πειραματιστούμε με ιδέες που έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας,  πράγματα που ίσως δεν χωράνε σε έναν πλήρη δίσκο.

Μ: Να πω την αλήθεια, παλιά δεν μου άρεσαν τα EPs. Ήμουν πάντα «άνθρωπος των άλμπουμ». Έπρεπε να είναι άλμπουμ, αλλιώς τίποτα.

Η: Ω, ναι, είχαμε ατελείωτες διαφωνίες στην αρχή. «Να κάνουμε EP ή όχι;»

Μ: Μία από τις αγαπημένες μου μπάντες είναι οι Agalloch. Και αυτοί είχαν πει ότι τα EPs, όπως το White EP, πρέπει να τα βλέπεις σαν πειραματισμό. Δεν χρειάζεται να είναι συνέχεια του «κύριου ήχου» της μπάντας. Κι όταν το σκεφτείς έτσι, είναι απελευθερωτικό μπορείς να πεις «ορίστε, ένα μικρό κομμάτι των Remina, όχι το βασικό τους σύμπαν». Αν θέλεις, το αγνοείς.

Η: Ακριβώς. Είναι σαν ένα μικρό side quest. Μια μικρή παράπλευρη αποστολή.
Και ναι, έχουμε μερικά τέτοια «side quests» που έρχονται σύντομα.

Γιάννης Χαρτζανιώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου