Κυριακή 16 Ιουνίου 2024

Χρυσόστομος Τσαπραΐλης: Ιστορίες τρόμου, μυστήριο και black metal

Ο Χρυσόστομος Τσαπραΐλης είναι από τους συγγραφείς, που χαίρουν άκρας εκτίμησης στο metal κοινό. Το folk horror που τον έχουμε γνωρίσει έχει αποτελέσει κίνητρο για αυτή την αγάπη, με σαφείς αναφορές στον ακραίο ήχο, αν και τώρα, με τη νέα του συλλογή διηγημάτων, επισφραγίζεται επίσημα. Το "De Mysteriis" είναι το τρίτο βιβλίο του Έλληνα διηγηματογράφου, όπου όλες οι ιστορίες, αγνού Βαλκανικού, σύγχρονου αστικού και ταυτοχρόνως απόκοσμου τρόμου, συνδυάζονται με την αγωνιώδη αύρα του (σχεδόν) ομώνυμου άλμπουμ των Mayhem. Το κρύο του μακρινού Βορρά ενώνεται με γνώριμες πτυχές, κι ο ίδιος μιλάει στο Metal View, για το νέο του έργο, τονίζοντας φυσικά και τις black metal μουσικές που ταιριάζουν αλλά και άλλους αγαπημένους λογοτέχνες φαντασίας και τρόμου. 

                                             

-Αρχικά, τι σημαίνει για εσένα το De Mysteriis Dom Sathanas;

Είναι ο δίσκος που θεωρώ ως το σημαντικότερο έργο της νορβηγικής black metal σκηνής, άλλωστε χρονικά και πνευματικά σφραγίζει την πρώτη και πλέον γόνιμη περίοδό της, την επιτομή του είδους, ένα έργο εξαιρετικά φορτισμένο πνευματικά από τα γεγονότα που πλαισίωσαν τα χρόνια της σύνθεσης και της κυκλοφορίας του. Είναι το άλμπουμ που θα προτείνω, μαζί με το In the Nightside Eclipse των Emperor, σε κάποιον που θέλει να πάρει μια αντιπροσωπευτική ιδέα περί του είδους.

-Ποια ήταν η αφορμή που σε έκανε να γράψεις ένα βιβλίο βασισμένο σε αυτό το άλμπουμ και όχι σε κάποιο άλλο;

Παρότι υπάρχουν πολλοί αγαπημένοι δίσκοι που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αφετηρία για ένα βιβλίο, το De Mysteriis Dom Sathanas ήταν το μόνο που με έκανε να νιώσω σε τόσο μεγάλο βαθμό την ανάγκη να δημιουργήσω κάτι. Σε αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο τόσο το booklet του δίσκου (με τη χειροποίητη γραμματοσειρά των στίχων, την περγαμηνή του φόντου, τα εντυπωσιακά πρωτογράμματα του Jørgen Lid Widing), όσο και οι στίχοι με τον εφηβικό pulp αυθορμητισμό, την τραχύτητα, την απελπισία και την αφηγηματική δωρικότητα και ασάφεια: από τις πρώτες φορές που το άκουσα ένιωσα ότι σε αυτά τα οχτώ κομμάτια υπάρχουν οι σπόροι διηγημάτων, τα οποία, πολλά χρόνια αργότερα, προσπάθησα να εκμαιεύσω.

-Ήταν φυσικό επόμενο για εσένα μετά την παράδοση και το λαογραφικό στοιχείο, των δύο προηγούμενων βιβλίων σου, να εστιάσεις πλέον και στο αστικό περιβάλλον, όπως συμβαίνει σε κάποια από τα διηγήματα του De Mysteriis;

Ναι, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα αφήσω το περιβάλλον της επαρχίας και της υπαίθρου – το οποίο άλλωστε υπάρχει στο πρώτο μισό του βιβλίου. Ήδη σε κάποια διηγήματα από τις Γυναίκες Που Επιστρέφουν υπάρχουν στοιχεία του σύγχρονου αστικού τοπίου, το οποίο ήθελα να εξερευνήσω περαιτέρω μιας και εκεί περνάω το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου. Είναι ένα περιβάλλον που το γνωρίζω καλά, βιωματικά, και παρουσιάζει διαφορετικές ενδιαφέροντες προκλήσεις όσον αφορά το σκέλος του τρόμου και της ανάδειξης του ανοίκειου στοιχείου του κόσμου – συγκεκριμένα, είναι πιο δύσκολο να ενσωματώσεις τον τρόμο στο περιβάλλον όπου ζει ο αναγνώστης, αλλά αν το καταφέρεις τότε ο τρόμος είναι πολύ πιο βαθύς, λειτουργικός, ανησυχητικός και εν δυνάμει πραγματικός. 

-Συνεχίζοντας στο συγγραφικό κομμάτι, βλέπω στοιχεία στη γραφή που παραπέμπουν σε λογική Λάβκραφτ ή Άρθουρ Μάχεν. Σε έχουν επηρεάσει τέτοιου τύπου λογοτέχνες;

Σαφέστατα. Τόσο οι δύο που ανέφερες, όσο και άλλοι συγγενείς χρονικά και θεματικά συγγραφείς όπως οι Άλτζερνον Μπλάκγουντ, Κλαρκ Άστον Σμιθ, Ρόμπερτ Χάουαρντ, αποτελούν μεγάλες επιρροές μιας και τα έργα τους με σημάδεψαν ως αναγνώστη. Ήταν οι μάστορες που μου έδειξαν ότι υπάρχει λογοτεχνία με θεματική που μπορεί να συγγενεύει με τα αγαπημένα μου παιδικά αναγνώσματα, δηλαδή τη μυθολογία και τα παραμύθια.

-Οι λαϊκοί και αστικοί θρύλοι βρίσκονται συχνά τόσο στα βιβλία όσο και στη μουσική. Έχεις πιάσει τον εαυτό σου να ακούς κάποια τέτοια ιστορία και να τη συνδυάζεις με κάποιο βιβλίο ή δίσκο;

Η επικοινωνία των θρύλων με την τέχνη είναι κάτι που ανέκαθεν με γοήτευε. Άλλωστε η αποστασιοποίηση από την καθημερινότητα και η βουτιά στους μύθους αποτελούν βασικούς παράγοντες για την αγάπη μου τόσο για τη λογοτεχνία του φανταστικού όσο και για τη metal μουσική. Όταν διαβάζω για τα Σαμπάθ των μαγισσών το μυαλό μου πηγαίνει στα Henbane και Coven των Cultes des Ghoules, ενώ όποτε ακούω για νεράιδες και ξωτικά με την λαϊκή μορφή τους, έρχεται στον νου μου ο Λευκός Λαός του Μάχεν.

-Στα θεματολογικά/ μουσικά σημεία του βιβλίου, ήθελες να δεις πως εκπέμπει το De Mysteriis Dom Sathanas στο Βαλκανικό περιβάλλον;

Τα Βαλκάνια ως τόπος δράσης των ιστοριών του βιβλίου ήταν μια απόφαση που πήρα πολύ νωρίς Αφενός τον δρόμο έδειξαν οι στίχοι του Funeral Fog με την αναφορά στην Τρανσυλβανία (είναι, άλλωστε, γνωστή η αγάπη του Dead για την περιοχή). Αλλά επίσης πρόκειται για ένα περιβάλλον που γνωρίζω πολύ καλά, κάτι που θεωρώ αρκετά σημαντικό για να πιάσει ένας δημιουργός την ατμόσφαιρα κάποιου μέρους, ενώ ήμουν πράγματι περίεργος να δω αν μπορεί να συντονιστεί ο τόπος με την ατμόσφαιρα του δίσκου.

-Πολλά από το ονόματα των "αγίων" ή τον οντοτήτων που εμφανίζονται στις περιγραφές του De Mysteriis είναι είτε δικά σου, είτε παραφρασμένα από τη Βαλκανική παράδοση. Πως μπήκες σε αυτό το mood και τα σκέφτηκες;

Τόσο στις Παγανιστικές Δοξασίες της Θεσσαλικής Επαρχίας όσο και στις Γυναίκες Που Επιστρέφουν υπάρχουν ονόματα χαρακτήρων και οντοτήτων που είναι μεν πρωτότυπα αλλά πατάνε γλωσσολογικά σε λέξεις που προέρχονται από την παράδοση ή/και από τον τόπο στον οποίο διαδραματίζεται η εκάστοτε ιστορία. Έτσι έγινε και στο De Mysteriis, όπου για να εφεύρω κάποια ονόματα, όπως αυτό της Σέτρας, κατέφυγα στη γλώσσα που θεωρώ ότι σχετίζεται με το περιβάλλον της αντίστοιχης ιστορίας, και κατόπιν σμίλεψα λίγο ή πολύ κάποιες από τις λέξεις της που εκφράζουν τον χαρακτήρα σε κάποιον βαθμό.

-Αφιερώνεις, εύλογα κιόλας, το Παγωμένο Φεγγάρι στον Dead. Θες να μου πεις εσύ, το δικό σου σκεπτικό για αυτόν και τι σε γοήτευσε;

Ο Dead είναι μια μυθική φιγούρα, αλλόκοτη και τραγική και βουτηγμένη σε μια υπερβολή που εφάπτεται με το black metal, σαν στο πρόσωπό του να υλοποιήθηκε κάτι από το μουσικό αυτό ιδίωμα. Με στοιχειώνουν διάφορα στοιχεία της ζωής του (το θάψιμο των ρούχων, οι αυτοτραυματισμοί, η λατρεία για την Τρανσυλβανία, οι γκροτέσκες σκέψεις όπως αυτές αποτυπώνονται σε συνεντεύξεις και γράμματα, διάφορες φωτογραφίες του) και νιώθω ότι παρότι δεν πρόλαβε να τραγουδήσει στον δίσκο, το πνεύμα του είναι διάχυτο στον δίσκο (πολλοί από τους στίχους, άλλωστε, είναι δικοί του). Το Παγωμένο Φεγγάρι είναι ένας φόρος τιμής σε όλα αυτά. 

-Εκκλησίες, ομίχλη, αιώνια ζωή. Τι σε ιντριγκάρει εσένα σε όλα αυτά;

Το υπερβατικό στοιχείο, το αλλόκοτο, ο τρόπος που αλλάζει η όψη του κόσμου υπό κάποιες συνθήκες (όπως η ομίχλη και το χιόνι), η υπόνοια και η ελπίδα πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να καταγράψει, να κατανοήσει και να δαμάσει τα πάντα, η λαχτάρα πως τα όρια και οι δομές που οι ίδιοι έχουμε υψώσει τόσο ασφυκτικά γύρω μας δεν είναι παντοδύναμα· η λαχτάρα για το μυστήριο και το θαυμαστό και για κάτι που βρίσκεται πέρα από τον έλεγχο του ανθρώπου και υπόσχεται έναν διαφορετικό τρόπο ζωής από αυτόν του ύστερου τεχνοκρατικού καπιταλισμού. Νομίζω ότι οι σκέψεις των πρωταγωνιστών του Καταραμένος στην Αιωνιότητα και της Ζωής Αιώνιας αποτυπώνουν σε μεγάλο βαθμό τις δικές μου σκέψεις όσον αφορά τη λατρεία μου για το ανοίκειο.

-Πως θα σκεφτόσουν εσύ, με βάση τη φαντασία και τα ερεθίσματα σου το απόλυτο black metal άλμπουμ;

Υπάρχουν τόσοι αριστουργηματικοί black metal δίσκοι που δεν νιώθω την ανάγκη να φανταστώ κάτι άλλο, αλλά αν έπρεπε να ονειρευτώ κάτι τότε αυτό θα ήταν ένα ολοκληρωμένο άλμπουμ από τους Thorns γύρω στο 1994, σε ένα εναλλακτικό σύμπαν όπου ο Snorre δεν θα είχε φυλακιστεί.

-Έχεις εντοπίσει συγγραφείς ή βιβλία που οι ιστορίες του παραπέμπουν σε παρεμφερή με το black metal σκηνικά ή ανάλογες υποθέσεις;

Ως παραδείγματα μιας αρκετά στενής σχέσης λογοτεχνίας και black metal θα αναφέρω το συμπαθητικό μυθιστόρημα The Ritual (Pan Macmillan, 2011) του Adam Nevill, όπως και το πολύ καλό διήγημα “Fogtown” από τη συλλογή The Black Maybe (Valancourt, 2022) του Ούγγρου Attila Veres. Αν διευρύνουμε την έννοια «black metal σκηνικά», τότε μπορούμε να συμπεριλάβουμε μεγάλο μέρος της λογοτεχνίας τρόμου και παραδόξου, των παγκόσμιων μυθολογιών, των βιβλίων αποκρυφισμού, κ.ο.κ.

-Τέλος, ετοιμάζεις μια νουβέλα, το Κατέβασμα Του Φεγγαριού. Θες να μας μιλήσεις για αυτό; Να περιμένουμε ύστερα και κάποιο μυθιστόρημα;

Το Κατέβασμα του Φεγγαριού θα είναι μια νουβέλα λαογραφικού τρόμου που απευθύνεται τόσο σε εφήβους όσο και ενήλικες. Διαδραματίζεται στη σύγχρονη εποχή, κυρίως στο χωριό Πεζούλα της λίμνης Πλαστήρα, και έχει να κάνει με το παραδοσιακό τελετουργικό του κατεβάσματος του φεγγαριού που λέγεται πως έκαναν οι μάγισσες της Θεσσαλίας από την αρχαιότητα. Η πρωταγωνίστρια είναι μια νεαρή που επισκέπτεται το χωριό και η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από την εξαφάνιση μιας γυναίκας και του παιδιού της. Όσο για μυθιστόρημα, ναι, υπάρχει η σχετική ιδέα, αν και βρίσκεται ακόμη στα αρχικά στάδια.

Γιάννης Χαρτζανιώτης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου