Πέμπτη 11 Αυγούστου 2022

Lars Nedland (Borknagar, Black Void)- As Above, So Below

Ο Lars Nedland είναι ένας καλλιτέχνης με μουσικό εύρος, βαθειά γνώση της μουσικής και ένα ανήσυχο πνεύμα. Όλα αυτά μάλιστα τον κάνουν έναν πολύ ενδιαφέρων άνθρωπο και έναν πολύ αξιόλογο συνομιλητή. Ο τρόπος που με δεξιοτεχνία μπλέκει τα ακραία μουσικά ιδεώδη με την τέχνη του λόγου και της σκέψης, ιντριγκάρουν ακόμα περισσότερο, ειδικά τώρα που μπήκε στα μαύρα σκοτάδια με τους νέους, Black Void. Όλα μάλιστα στην κουβέντα μας αποτέλεσαν μια ωραία αφήγηση, ύψους και βάθους, από το παρόν και το μέλλον των Borknagar, τα νέα του projects αλλά και το μακρινό παρελθόν, όποτε και σαν ιστορία παρατίθεται παρακάτω, με αφόρητη ζέστη στο κλεινόν άστυ, και μια νότα δροσιάς στην άλλη γραμμή, κάπου στη Νορβηγία.

 Όλα ξεκινάνε όμως από το τέλος των υποχρεώσεων του ίδιου με τους Borknagar, έπειτα από την κυκλοφορία του "True North". Εκεί σκάει η πανδημία, όλοι κλείνονται στα σπίτια τους, και ένα ταξίδι ιδεών και έμπνευσης ξεκινά, στο διάστημα του 2020-21. Παίζοντας και γεμίζοντας ιδέες και υλικό, ο Lars ανακάλυψε υλικό που δεν είχε εκμεταλλευτεί ξανά, αλλά και ποικίλες ιδέες. Οι μεν ευθύνονταν για το "Anti" των "White Void" και οι δε, πλέον, για το "Antithesis" των Black Void, όπου αυτούσια τόνισε "ήθελα κάτι σκληρό, σαν να καταστρέφεται ο κόσμος". Μεταξύ άλλων είπε πως ενώ ήταν ρίσκο να ψάξει νέους ήχους και μία νέα φωνητική φόρμα για τον ίδιον, ήθελε πάση θυσία να εκφραστεί ο ίδιος με τον τρόπο του και τους πειραματισμούς του αν και η ριφολογία του ήταν φυσική και ανεξέλεγκτη, πιο ωμή και ακατέργαστη από τα πιο επαγγελματικά και "μελετημένα" βήματα της βασικής του μπάντας και της ατμόσφαιρας που έχει χτιστεί εδώ και χρόνια.

Όσον αφορά τα ονόματα και τους τίτλους των δίσκων, των δύο πνευματικών παιδιών του, ανέφερε την προφανή αλληγορία του Γιν και του Γιανγκ, ως το καλό και το κακο, το φωτεινό και το σκοτεινό, το μελωδικό και το άγριο. Πράγματα που φαίνονται διαφορετικά σαν η μία πλευρά να δημιουργεί, και η άλλη να καταστρέφει, είναι αλληλένδετα με συνέχεια και αρμονία. Έτσι μάλιστα ο Nedland, συνεχίζει το ταξίδι εναλλάξ, κυκλοφορώντας του χρόνου το επόμενο άλμπουμ των White Void, και εν συνεχεία τη συνέχεια των Black Void, που έχει ήδη γράψει....σαν "θέση" στην "αντίθεση". To ερώτημα που αυτομάτως έρχεται εκείνη την ώρα ξαφνικά είναι, "Υπάρχει κάποια λεπτή γραμμή ανάμεσα στα δύο σχήματα;". Με ένα βλέμμα έκπληξης και σκέψης, η απάντηση ξεκινά με μια μουσική χροιά μεταξύ ήχου και ταυτότητας, και πόσο ρετρό επιρροές υπάρχουν από πίσω, καταλήγοντας όμως στο αγαπημένο σημείο του γράφοντα, τη φιλοσοφία. Εκεί το παράλογο των White Void και η φιλοσοφία του Καμύ, βυθίζεται και γίνεται πιο σκοτεινή και ισοπεδωτική, προχωρώντας προς τα μονοπάτια του Νίτσε και τον μηδενισμό του. Όλα δείχνουν να ταιριάζουν, και ο ίδιος τονίζει πως πάντα είναι στο ίδιο mood προσωπικότητας, όταν γράφει τόσο για τους White Void και τους Black Void, που η μόνη αυτή, λεπτή γραμμή που υπάρχει είναι οι διαφορές, και οι ελιγμοί που γίνονται από την αρχή μέχρι το τέλος.

 Η αγάπη του για τη φιλοσοφία είναι τόση κιόλας, που πάντα θα βρει τον εαυτό του μέσα από θεωρίες και σκέψεις, ακόμα και αν δεν υποστηρίζει ολοκληρωτικά κάποιο συγκεκριμένο κίνημα. Παρόλα αυτά όλα υποκινούν το μυαλό και τις ιδέες του, πόσο μάλλον στη μαυρίλα και την ωμότητα των Black Void, που ήταν και στην περίοδο της πανδημίας, οπότε το Γερμανικό ρεύμα ανθρώπων σαν τον προαναφερθέντα Νίτσε ή τον Σόπεναουερ, βοήθησαν να εκδηλωθούν. Εδώ ήταν που η μουσική σύμφωνα με τον ίδιον, βρήκε το πνευματικό του τρίγωνο μεταξύ υπαρξισμού, παραλογισμού και νιχιλισμού. Χαρακτηρίζει μάλιστα το νεοσύστατο γκρουπ του ως μια νέα εξερεύνηση στον φιλοσοφικό κόσμο, ειδικά όσον αφορά τον Νίτσε, που τον αναφέρει ως τον πιο δύσκολο στην κατανόηση φιλόσοφο, και με τους στίχους του, μπαίνει σε μία άλλη οπτική και "μετάφραση", όπου όλα ξεκινούν με την άρνηση, για να βρούμε το νόημα στο τέλος. Δίχως να συμφωνεί απόλυτα με όλα αυτά τα είδη του σύγχρονου φιλοσοφικού κόσμου, αναφέρει πόσο λατρεύει τα διαφορετικά πρίσματα γύρω από το ίδιο θέμα και όλα αποτελούν εμπειρία στην καθημερινή ζωή, όπου εν αντιθέσει με τους Borknagar πιάνεται γύρω από τη μαγεία και το φυσικό περιβάλλον του έξω κόσμου. "Σημασία έχει ούτως ή άλλως να φτιάξεις το δικό σου νόημα σε μία ζωή δίχως νόημα", εκεί είναι που βγαίνει και η άκρη του νήματος σε αυτή την πλούσια φιλοσοφική οπτική.

Με ώριμη και μοντέρνα σκέψη βεβαίως, ο Lars ήθελε να βάλει μια νέα ουσία στο black metal, όπου το εφηβικό πάθος συνάντησε ένα διαβασμένο μυαλό. Πάνω σε αυτή τη μουσική κατεύθυνση, ο Νορβηγός συγκάλεσε όλο το πρώτο κύμα του black metal, με τους πρωτεργάτες Bathory, Venom και Celtic Frost, για να τους μπολιάσει με το punk των Sex Pistols και των Misfits, βάζοντας και ένα στοιχείο του προσωπικού του παρελθόντος, αυτό με τους Carpathian Forest, πίσω στο "Black Shining Leather", του 1998, όπου έπαιζε ντραμς. Αυτή τη black n roll αισθητική προέβαλε με ένα πιο ψυχρό ύφος στο σύγχρονο Νορβηγικό underground, όπου ο ίδιος λέει, ότι ήθελε να συνεχίσει κοντά στη μεσαία περίοδο των Darkthrone, δίχως να λείπει και μία δική του εγχώρια προσθήκη, αυτή του Hoest από τους Taake, αλλά και μια δική μας, με τον Σάκη Τόλη από τους Rotting Christ. Για την ελληνική συμμετοχή, ανέφερε πως το γκρουβάτο στυλ του "Dadaist Disguist", ταίριαζε με τη φωνή του, και έτσι εφόσον είχε κανονιστεί και η κοινή Αμερικάνικη περιοδεία των Rotting Christ και των Borknagar, ερχόμενοι και πιο κοντά, ήρθαν ξανά σε επαφή, ενώ λίγους μήνες μετά, σαν "ανταλλαγή" ήρθε και το Holy Mountain. Από την άλλη, η έταιρη συμμετοχή αναφέρθηκε ως μία ιδιάζουσα περίπτωση, όπου σπάνια εμφανίζεται ως καλεσμένος, και μόνο αν θεωρεί ότι κάτι αξίζει πολύ και δεν έχει συνηθίσει να ακούει. Παρόλο που οι δύο κύριοι γνωρίζονται από τα 90s, στο μυαλό του Lazare έπαιζε το "όχι'' σαν απάντηση, αν και για καλή του τύχη, και με στυλ που ταίριαζε απόλυτα, η απάντηση ήταν θετική, για να γίνει και πιο πλούσιο αυτό το μελανό αποτέλεσμα.

Για το αν βλέπει ομοιότητες μεταξύ Black Void και Borknagar θεωρεί πως υπάρχει μικρή σχέση, αν και με τους συντελεστές που βρίσκονται από πίσω, θα μπορούσε να είναι μια άλλη, μακρινή εκδοχή τους, αφού ο Øystein Brun ήταν παραγωγός τους, και ο Jostein Thomassen ανέλαβε και εκεί τις κιθάρες. Εδώ, μάλιστα λέει πως σαν σύμπραξη οι White και οι Black Void έχουν περισσότερα κοινά με τους Borknagar, αλλά σε μια άλλη πιο υπαρξιακή διάσταση. Οι Borknagar είναι πιο "ταξιδιάρικοι", υπογράμμισε χαριτολογώντας. 

Με βάση τα πολλά του ενδιαφέροντα και το ανήσυχο μυαλό του, η επόμενη ερώτηση ήταν σχετικά με την ποικιλία επιρροών, ιδεών και ερεθισμάτων. Θέλοντας πάντα να εξερευνά και να ανακαλύπτει κάτι νέο, θα κάτσει να διαβάσει, να αναλύσει, να σκεφτεί, άλλοτε θα αποδράσει κάπου, ή θα ασχοληθεί με τη μυθολογία και τη λογοτεχνία. Κάπως έτσι ξεχωρίζονται και οι θεματολογίες από μπάντα σε μπάντα και φυσικά οι τελευταίες ερωτήσεις δε θα μπορούσαν να μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον ξανά για τους Borknagar, αφού οι Nedland, Brun και Vortex έχουν γράψει τα νέα τραγούδια και όλα βρίσκονται στην τελική ευθεία για να κυκλοφορήσει το νέο τους άλμπουμ. Με τους ίδιους να μπαίνουν στο στούντιο το φθινόπωρο, ο δίσκος θα δρομολογηθεί για τα μέσα της επόμενης χρονιάς.

 Όσον αφορά το στυλ του, σαν μια κοινή προσέγγιση, και φυσική εξέλιξη των δύο προηγούμενων δίσκων, θα προχωρήσει και αυτός, αλλά με περισσότερες μελωδικές στιγμές και κραυγαλέα ξεσπάσματα. Έπειτα θα συνεχιστεί το σερί των White Void και των Black Void, ενώ τέλος, για την εμφάνισή τους σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, υποσχέθηκε μια ξεχωριστή εμπειρία, σε μία χώρα με φοβερή σκηνή.

Γιάννης Χαρτζανιώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου