Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2022

Therion στο Metal View: Ποτέ δεν προσπαθήσαμε σκόπιμα να πρωτοτυπήσουμε

Για τους περισσότερους, εδώ και πολλά χρόνια, οι Therion αποτελούν τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους του συμφωνικού metal, και κυρίως από τους παλαιότερους. Παρόλα αυτά, το σχήμα του Christofer Johnsson έχει και μία παράδοση στο death metal. Τριάντα χρόνια μετά, η Hammerheart Records επανακυκλοφορεί μερικές από αυτές τις πρώιμες, ακατέργαστες αλλά και ιδιαίτερες κυκλοφορίες των Σουηδών, κι ο ιθύνων νους της μπάντας κάνει μια μικρή βουτιά με το Metal View σε αυτό το παρελθόν, που είναι γεμάτο εσωτερισμό και σκοτεινό ρομαντισμό.

-Πρώτα από όλα θα ήθελα να σε ρωτήσω, πώς αποφάσισες να επανακυκλοφορήσεις τα Beyond Sanctorum, Symphony Of Masses και Lepaca Kliffoth;

Πήρα πίσω τα δικαιώματα του καταλόγου των Therion από το 1992 ως το 2007 στις αρχές του 2020, οπότε σκοπεύω να επανακυκλοφορήσω όλα τα άλμπουμ εκείνης της εποχής. Ωστόσο, η πανδημία καθυστέρησε τα πάντα.

-Πιστεύεις ότι αυτά τα τρία άλμπουμ είναι σαν ορόσημο σε σχέση με το ντεμπούτο σας, «Of Darkness»;

Νομίζω ότι κάθε άλμπουμ ήταν ένα εξίσου σημαντικό βήμα στη μουσική μας εξέλιξη. Όσον αφορά την επιτυχία, κανένα από τα 3 πρώτα άλμπουμ δεν ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένο τη στιγμή της κυκλοφορίας. Όλα πουλήθηκαν λίγο καλύτερα από το προηγούμενο, αλλά το 75% των αντιτύπων που πουλήθηκαν ήταν η πρώτη επανέκδοση που κάναμε πολλά χρόνια αργότερα. Μουσικά ήμασταν λίγο μπροστά από την εποχή μας με όλα αυτά τα άλμπουμ, εκτός ίσως από το Of Darkness, όπως λες, που ήταν περισσότερο συγχρονισμένο με τον κλασικό ήχο της εποχής.

-Αυτά τα τρία άλμπουμ έχουν διαφορετική μουσική προσέγγιση μεταξύ τους. Αυτό συνέβη καθώς έγινες πιο ώριμος ως μουσικός ή απλά ήθελες μεγάλες αλλαγές από άλμπουμ σε άλμπουμ;

Κάθε άλμπουμ των Therion ακουγόταν πάντα διαφορετικό. Είναι λίγο σήμα κατατεθέν της μπάντας υποθέτω. Πάντα έγραφα απλώς αυθόρμητα τραγούδια, οπότε υποθέτω ότι οι αλλαγές οφείλονται στο ότι έχω ένα πολύ ευρύ μουσικό γούστο και πηγές έμπνευσης και ίσως βαριόμουν αν τα πράγματα ακούγονταν πολύ παρόμοια, δεν ξέρω. Ποτέ δεν προσπάθησα σκόπιμα να πρωτοτυπήσω, απλώς έγραφα τραγούδια και αν μου άρεσαν ηχογραφούνταν και κυκλοφόρησαν.

-Παλιότερα, έπαιζες ένα κάπως διαφορετικό σουηδικό death metal από τα άλλα συγκροτήματα. Ήταν λίγο ριψοκίνδυνο ή δύσκολο αυτό;

Αυτός ακριβώς είναι ο κύριος λόγος που δεν είχαμε ποτέ μεγαλύτερη επιτυχία τότε, υποθέτω. Πάντα ένιωθα ότι μας σέβονταν άλλες μπάντες και πάντα λαμβάναμε πολύ καλές κριτικές για άλμπουμ, αλλά οι πωλήσεις δεν απογειώθηκαν ποτέ, θεωρηθήκαμε λίγο περίεργο συγκρότημα υποθέτω, κάπως ιδιαίτερο.

-Επίσης, στη δεκαετία του '90, υπήρχαν τόσοι πολλοί ελιτιστές στο extreme metal, και κόντρα μεταξύ σουηδικού death metal και νορβηγικού black metal. Είχες εμπλακεί ποτέ σε αυτούς τους «καυγάδες»;

Συγνώμη αλλά σε πιάνω αδιάβαστο. Εγώ ήμουν ο κύριος αντίπαλος του λεγόμενου «black circle» των Νορβηγών όπου στην πραγματικότητα αυτό δεν υπήρχε ποτέ, ήταν απλώς μερικά παιδιά που έπιναν μπύρες, άκουγαν μουσική και έστελναν μερικά ανόητα γράμματα και απειλές σε κάποια συγκροτήματα. Το όλο πράγμα ήταν στην πραγματικότητα πολύ παιδικό και νομίζω ότι οι περισσότεροι που εμπλέκονταν τότε σε αυτό, κοκκινίζουν σήμερα όταν σκέφτονται τα παλιά. Μερικά παιδιά προσπαθούσαν να είναι cool και στη συνέχεια με όλα τα σκάνδαλα εκτινάχθηκε πολύ από τα μέσα ενημέρωσης.

-Τα πρώτα έργα σας έχουν μια πολύ εσωτερική και απόκρυφη αίσθηση. Από ποια πράγματα εμπνεύστηκες;

Τα πρώτα χρόνια ήταν κυρίως δικές μου προσωπικές αποτυπώσεις και εμπειρίες.

-Νιώθετε ότι οι πρώτες μέρες σας επηρεάζουν το μέλλον του Therion;

Κάθε ένα βήμα στην κλίμακα μας, μας οδηγούσε παραπέρα . Όλα τα άλμπουμ ήταν μουσικά σημαντικά για να εξελιχθούν οι Therion σε αυτό που γίναμε αργότερα.

-Επίσης ήταν δύσκολο να αλλάξεις τον ήχο σου μετά το 'Lepaca Kliffoth' ή το Theli;

Kανένα άλμπουμ δεν ήταν πιο δύσκολο από το άλλο όσον αφορά τη συγγραφή και τη σύνθεση, όλα πηγάζουν από μέσα. Όλοι οι δίσκοι πάντως είχαν διαφορετικές δυσκολίες στην ηχογράφηση, αλλά από πολλές απόψεις τα πράγματα έγιναν πιο εύκολα μετά τo Τheli, γιατί τότε επιτέλους είχαμε επιτυχία και καλούς παράγοντες στο στούντιο για τη συνέχεια.

-Ανάμεσα σε αυτά τα τρία άλμπουμ, που επανακυκλοφορούν ποιο είναι το αγαπημένο σου και γιατί;

Όλα έχουν την δική τους, προσωπική γοητεία, τα καλά αλλά και τα μειονεκτήματά τους και δεν νιώθω ότι έχω κάποια ιδιαίτερη αγάπη. Βέβαια, το Symphony Masses ήταν ίσως το πιο πειραματικό ως άλμπουμ για την εποχή του. Επίσης νομίζω ότι είχα τη μεγαλύτερη χαρά ηχογραφώντας αυτό μιας και πήγαινα ένα βήμα μπροστά. Τώρα όμως, αν ακούσω τα τραγούδια και νιώσω τη σύνθεσή τους, νομίζω ότι τα καλύτερα εκείνης της περιόδου ήταν στο Lepaca Kliffoth. Από την άλλη κιόλας είναι ο δίσκος, νομίζω που θα ήθελα να είχα ηχογραφήσει καλύτερα και να αντλήσω περισσότερα από τα τραγούδια. Άρα είναι δύσκολη ερώτηση αυτή. Είναι πιο εύκολο να πω ποια είναι τα αγαπημένα μου τραγούδια από εκείνη την εποχή.

-Πιστεύεις ότι οι εν λόγω επανακυκλοφορίες θα κάνουν ένα νοσταλγικό ταξίδι στους φαν του old school;

Φαίνεται να είναι λίγο αναβίωση για αυτό το είδος μουσικής, οπότε ελπίζουμε ότι δεν υπάρχει μόνο νοσταλγία, αλλά και μια νέα γενιά οπαδών του death metal που ενδιαφέρονται. Παρόλο που ήμασταν old school, ήμασταν επίσης μια περίεργη μπάντα. Οπότε ποτέ δεν ξέρεις αν η old school νοσταλγία θα είναι προς όφελός μας ή όχι.

-Εν κατακλείδι, ποιες είναι οι πιο αξέχαστες στιγμές σας από τις πρώτες μέρες σας;

Η σκληρή περιοδεία. Δεν είχαμε προσωπικό μαζί, οπότε κάναμε τα πάντα μόνοι μας, συμπεριλαμβανομένης της οδήγησης του βαν και της πώλησης του merch και τα τεχνικά ζητήματα. Μερικές φορές ήμασταν τυχεροί που είχαμε φθηνά ξενοδοχεία, αλλά συχνά κοιμόμασταν στο πάτωμα στο χώρο που θα παίζαμε ή στο σπίτι κάποιου θαυμαστή. Τις περισσότερες φορές είχαμε φαγητό, αλλά υπήρχαν στιγμές που πεινούσαμε και πίναμε μόνο νερό βρύσης, καθώς ήταν το μόνο διαθέσιμο πράγμα που ήταν δωρεάν. Όπως η πρώτη μας παράσταση έξω από την περιοχή της Στοκχόλμης, η οποία ήταν στο Strömstad το 1989. Πληρωθήκαμε μόνο τα εισιτήρια του τρένου, αυτό ήταν όλο. Έπρεπε να περπατήσουμε και να μεταφέρουμε τον εξοπλισμό από τον σταθμό στο χώρο, δεν είχαμε φαγητό και κοιμηθήκαμε στο πάτωμα στα παρασκήνια. Αυτές οι παρθένες, δύσκολες εμπειρίες  δεν ήταν διασκεδαστικές εκείνη την εποχή, αλλά τις αναπολώ γιατί μου ενίσχυσαν τον χαρακτήρα και με έκαναν να συνειδητοποιήσω ότι τίποτα δεν έρχεται τζάμπα κι απλά, και ότι το να παλεύω για κάθε χιλιοστό επιτυχίας με έκανε προσγειωμένο άτομο που μπορώ να χειριστώ την επιτυχία που ήρθε αργότερα με πιο χαλαρό τρόπο.

Γιάννης Χαρτζανιώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου